- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἰσόμοιρος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: isomoiros 고전 발음: [이소모] 신약 발음: [이소뮈로]

기본형: ἰσόμοιρος ἰσόμοιρον

형태분석: ἰσομοιρ (어간) + ος (어미)

어원: μοῖρα

  1. sharing equally or alike
  2. coextensive, equal partner

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἰσόμοιρος

(이)가

ἰσόμοιρον

(것)가

속격 ἰσομοίρου

(이)의

ἰσομοίρου

(것)의

여격 ἰσομοίρῳ

(이)에게

ἰσομοίρῳ

(것)에게

대격 ἰσόμοιρον

(이)를

ἰσόμοιρον

(것)를

호격 ἰσόμοιρε

(이)야

ἰσόμοιρον

(것)야

쌍수주/대/호 ἰσομοίρω

(이)들이

ἰσομοίρω

(것)들이

속/여 ἰσομοίροιν

(이)들의

ἰσομοίροιν

(것)들의

복수주격 ἰσόμοιροι

(이)들이

ἰσόμοιρα

(것)들이

속격 ἰσομοίρων

(이)들의

ἰσομοίρων

(것)들의

여격 ἰσομοίροις

(이)들에게

ἰσομοίροις

(것)들에게

대격 ἰσομοίρους

(이)들을

ἰσόμοιρα

(것)들을

호격 ἰσόμοιροι

(이)들아

ἰσόμοιρα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ τοῖς περὶ Τιμόθεον καὶ Βακχίδην συνερίσαντες ὑπὲρ τοὺς δισμυρίους αὐτῶν ἀνεῖλον καὶ ὀχυρωμάτων ὑψηλῶν εὖ μάλα ἐγκρατεῖς ἐγένοντο καὶ λάφυρα πλεῖστα ἐμερίσαντο ἰσομοίρους ἑαυτοὺς καὶ τοῖς ᾐκισμένοις καὶ ὀρφανοῖς καὶ χήραις, ἔτι δὲ καὶ πρεσβυτέροις ποιήσαντες. (Septuagint, Liber Maccabees II 8:30)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 8:30)

  • ἀλλ᾿ οὐδὲ σύ, ὦ δέσποτα, θέλεις παῦσαι ταῦτα καὶ μετακοσμῆσαι πρὸς τὸ ἰσόμοιρον. (Lucian, Saturnalia, 2:7)

    (루키아노스, Saturnalia, 2:7)

  • ἔχειν, τὰ δ εἰς ἀέρα ἀναπνεῖν, ὅς ἂν πυρῶδες ἔχῃ τὸ πλέον, τὰ δὲ βαρύτερα ἐπὶ τὴν γῆν, τὰ δ ἰσόμοιρα τῇ κράσει πᾶσι τοῖς θώραξι πεφωνηκέναι. (Pseudo-Plutarch, Placita Philosophorum, book 5, chapter 19 8:1)

    (위 플루타르코스, Placita Philosophorum, book 5, chapter 19 8:1)

  • ἣν μὲν ἀμαυρὰν ἠελίων δισσῶν, τὴν δ ἀθανάτοις ἰσόμοιρον, ζῶντί τε καὶ φθιμένῳ: (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 14, chapter 66 1:1)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume V, book 14, chapter 66 1:1)

  • εἰ μὲν ἐμὲ στέρξεις, εἰής ἰσόμοιρος, Ἄκρατε, Χίῳ, καὶ Χίου πουλὺ μελιχρότερος: (Unknown, Greek Anthology, Volume IV, book 12, chapter 1081)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume IV, book 12, chapter 1081)

  • μὲν ἄπαις τε καὶ μηδὲν διαθέμενος ἀποθάνοι πάντων οὖσα κυρία τῶν ἀπολειφθέντων, εἰ δὲ γενεὰν ἔχοι τοῖς παισὶν ἰσόμοιρος γινομένη. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 2, chapter 25 8:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, book 2, chapter 25 8:1)

유의어

  1. sharing equally or alike

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION