Ancient Greek-English Dictionary Language

γραφικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: γραφικός γραφική γραφικόν

Structure: γραφικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: gra/fw

Sense

  1. pertaining to writing
  2. pertaining to painting

Examples

  • οὐκ ἀπήλλακται δὲ καὶ γραφικῆσ καὶ πλαστικῆσ, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐν ταύταισ εὐρυθμίαν μάλιστα μιμουμένη φαίνεται, ὡσ μηδὲν ἀμείνω μήτε Φειδίαν αὐτῆσ μήτε Ἀπελλῆν εἶναι δοκεῖν. (Lucian, De saltatione, (no name) 35:6)
  • "διὰ τὸ ἀκρίτωσ συνεχὲσ τῆσ ἁμίλλησ καὶ τοῖσ σώμασιν αὐτοῖσ ἴσα τῇ δόξῃ περιδεῶσ συναπονεύων" τῇ διαθέσει καὶ τῇ διατυπώσει τῶν γινομένων γραφικῆσ ἐναργείασ ἐστίν. (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 3 2:1)
  • τῇ διαθέσει καὶ τῇ διατυπώσει τῶν γιγνομένων γραφικῆσ ἐναργείασ . (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 3 8:1)
  • τοῖσ δ’ ἀπείροισ ἀγαπητὸν τὸ μὴ διαλανθάνειν εἰ εὖ ἢ κακῶσ πεποίηται τὸ ἔργον, ὥσπερ ἐπὶ γραφικῆσ. (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 10 159:1)
  • ὅθεν εἶπεν οὔτε γραφικῇ μετεῖναι ποιητικῆσ οὔτε ποιητικῇ γραφικῆσ, οὐδὲ χρῶνται τὸ παράπαν ἀλλήλαισ. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 1, 18:2)

Synonyms

  1. pertaining to writing

  2. pertaining to painting

Related

Source: Ancient Greek entries from Wiktionary

Find this word at Wiktionary

SEARCH

MENU NAVIGATION