Ancient Greek-English Dictionary Language

φίλανδρος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: φίλανδρος φίλανδρον

Structure: φιλανδρ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: a)nh/r

Sense

  1. loving men
  2. loving one's husband

Examples

  • φύσει γὰρ οὔσασ τὰσ Ἀμαζόνασ φιλάνδρουσ οὔτε φυγεῖν τὸν Θησέα προσβάλλοντα τῇ χώρᾳ, ἀλλὰ καὶ ξένια πέμπειν· (Plutarch, chapter 26 2:2)
  • ἤδη δὲ καὶ ῥήτοροσ ἔστιν ὅτε κολακεία διασύρει φιλόσοφον, καὶ παρὰ γυναιξὶν ἀκολάστοισ εὐδοκιμοῦσιν οἱ τὰσ μονολεχεῖσ καὶ φιλάνδρουσ ἀναφροδίτουσ καὶ ἀγροίκουσ ἀποκαλοῦντεσ. (Plutarch, Quomodo adulator ab amico internoscatur, chapter, section 14 3:2)
  • καὶ τὰσ φιλάνδρουσ ἐνστάσεισ πρὸσ τὴν φύσιν κλονοῦσαν ἀστήρικτα χηρείασ βίᾳ, ἀντεμπλοκῇ δὲ κρειττόνων ἡττωμένην ἀφ’ ὧν τὰ φαιδρὰ στέμματα πρὸσ ἀξίαν μόνανδρον ἐκλάμποντα τὴν παρρησίαν Ἄννησ ἀμαυροῦν οὐ δυνήσεται τάφοσ. (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 15, chapter 33 1:1)

Synonyms

  1. loving men

  2. loving one's husband

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION