- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

φασιανός?

2군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: phasianos 고전 발음: [파시아노] 신약 발음: [파시아노]

기본형: φασιανός φασιανοῦ

형태분석: φασιαν (어간) + ος (어미)

  1. 꿩, 뇌조
  1. pheasant

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 φασιανός

꿩이

φασιανώ

꿩들이

φασιανοί

꿩들이

속격 φασιανοῦ

꿩의

φασιανοῖν

꿩들의

φασιανῶν

꿩들의

여격 φασιανῷ

꿩에게

φασιανοῖν

꿩들에게

φασιανοῖς

꿩들에게

대격 φασιανόν

꿩을

φασιανώ

꿩들을

φασιανούς

꿩들을

호격 φασιανέ

꿩아

φασιανώ

꿩들아

φασιανοί

꿩들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "ἀπειρόκαλος ἄνθρωπος καὶ λιμοῦ πλέως, οὐδ ὄναρ λευκοῦ ποτε ἄρτου ἐμφορηθείς, οὔτι γε Νομαδικοῦ ἢ Φασιανοῦ ὄρνιθος, ὧν μόλις τὰ ὀστᾶ ἡμῖν καταλέλοιπεν. (Lucian, De mercede, (no name) 17:8)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 17:8)

  • ἐνταῦθα μήτε συκοφάντης εἰσίτω μήτ ἄλλος ὅστις Φασιανός ἐστ ἀνήρ. (Aristophanes, Acharnians, Episode4)

    (아리스토파네스, Acharnians, Episode4)

  • οὐκ ἂν μὰ τὸν Διόνυσον, εἰ δοίης γέ μοι τοὺς φασιανοὺς οὓς τρέφει Λεωγόρας. (Aristophanes, Clouds, Prologue 4:19)

    (아리스토파네스, Clouds, Prologue 4:19)

  • "εἶτ ἐφέροντο ἐν ἀγγείοις ψιττακοὶ καὶ ταῲ καὶ μελεαγρίδες καὶ φασιανοὶ ὄρνιθες καὶ ἄλλοι Αἰθιοπικοί: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 3116)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 3116)

  • "τοὺς φασιανούς, οὓς τρέφει Λεωγόρας. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 3712)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 3712)

  • "καὶ φασιανὸς ἀποτετιλμένος καλῶς. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 3716)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 3716)

  • "τὰ μὲν γάρ βαρέα καὶ μὴ πτητικά, καθάπερ ἀτταγήν, πέρδιξ, ἀλεκτρυών, φασιανός, εὐθὺς βαδιστικὰ καὶ δασέα. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 3719)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 3719)

  • "ὅσοι δὲ μὴ πτητικοί, ἀλλ ἐπίγειοι, κονιστικοί, οἱο῀ν ἀλεκτορίς, πέρδιξ, ἀτταγήν, φασιανός, κορυδαλλός μνημονεύει δ αὐτῶν καὶ Σπεύσιππος ἐν δευτέρῳ Ὁμοίων. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 3723)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 3723)

  • " εἶτα ἐφέροντο ἐν ἀγγείοις ψιττακοὶ καὶ ταῲ καὶ μελεαγρίδες καὶ φασιανοὶ καὶ ὄρνιθες Αἰθιοπικοὶ πλήθει πολλοί Ἀρτεμίδωρος δὲ ὁ Ἀριστοφάνειος ἐν ταῖς ἐπιγραφομέναις Ὀψαρτυτικαῖς Γλώσσαις καὶ Πάμφιλος ὁ Ἀλεξανδρεὺς ἐν τοῖς περὶ ὀνομάτων καὶ γλωσσῶν Ἐπαίνετον παρατίθεται λέγοντα ἐν τῷ Ὀψαρτυτικῷ ὅτι ὁ φασιανὸς ὄρνις τατύρας καλεῖται. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 3727)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 3727)

유의어

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION