- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

φαιός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: phaios 고전 발음: [] 신약 발음: [패오]

기본형: φαιός φαιή φαιόν

형태분석: φαι (어간) + ος (어미)

  1. 회색의, 백발의, 창백한, 반백의
  1. dusky, dun, gray

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 φαιός

회색의 (이)가

φαιά

회색의 (이)가

φαιόν

회색의 (것)가

속격 φαιοῦ

회색의 (이)의

φαιᾶς

회색의 (이)의

φαιοῦ

회색의 (것)의

여격 φαιῷ

회색의 (이)에게

φαιᾷ

회색의 (이)에게

φαιῷ

회색의 (것)에게

대격 φαιόν

회색의 (이)를

φαιάν

회색의 (이)를

φαιόν

회색의 (것)를

호격 φαιέ

회색의 (이)야

φαιά

회색의 (이)야

φαιόν

회색의 (것)야

쌍수주/대/호 φαιώ

회색의 (이)들이

φαιά

회색의 (이)들이

φαιώ

회색의 (것)들이

속/여 φαιοῖν

회색의 (이)들의

φαιαῖν

회색의 (이)들의

φαιοῖν

회색의 (것)들의

복수주격 φαιοί

회색의 (이)들이

φαιαί

회색의 (이)들이

φαιά

회색의 (것)들이

속격 φαιῶν

회색의 (이)들의

φαιῶν

회색의 (이)들의

φαιῶν

회색의 (것)들의

여격 φαιοῖς

회색의 (이)들에게

φαιαῖς

회색의 (이)들에게

φαιοῖς

회색의 (것)들에게

대격 φαιούς

회색의 (이)들을

φαιάς

회색의 (이)들을

φαιά

회색의 (것)들을

호격 φαιοί

회색의 (이)들아

φαιαί

회색의 (이)들아

φαιά

회색의 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 φαιός

φαιοῦ

회색의 (이)의

φαιώτερος

φαιωτεροῦ

더 회색의 (이)의

φαιώτατος

φαιωτατοῦ

가장 회색의 (이)의

부사 φαιώς

φαιώτερον

φαιώτατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • παρελθέτω πάντα τὰ πρόβατά σου σήμερον, καὶ διαχώρισον ἐκεῖθεν πᾶν πρόβατον φαιὸν ἐν τοῖς ἄρνασι καὶ πᾶν διάλευκον καὶ ραντὸν ἐν ταῖς αἰξίν. ἔσται μοι μισθός. (Septuagint, Liber Genesis 30:32)

    (70인역 성경, 창세기 30:32)

  • καὶ ἐπακούσεταί μοι ἡ δικαιοσύνη μου ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἐπαύριον, ὅτι ἐστὶν ὁ μισθός μου ἐνώπιόν σου. πᾶν, ὃ ἐὰν μὴ ᾖ ραντὸν καὶ διάλευκον ἐν ταῖς αἰξὶ καὶ φαιὸν ἐν τοῖς ἄρνασι, κεκλεμμένον ἔσται παῤ ἐμοί. (Septuagint, Liber Genesis 30:33)

    (70인역 성경, 창세기 30:33)

  • καὶ διέστειλεν ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τοὺς τράγους τοὺς ραντοὺς καὶ τοὺς διαλεύκους καὶ πάσας τὰς αἶγας τὰς ραντὰς καὶ τὰς διαλεύκους καὶ πᾶν, ὃ ἦν φαιὸν ἐν τοῖς ἄρνασι, καὶ πᾶν ὃ ἦν λευκὸν ἐν αὐτοῖς, καὶ ἔδωκε διὰ χειρὸς τῶν υἱῶν αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Genesis 30:35)

    (70인역 성경, 창세기 30:35)

  • αὐτὸς δὲ τῶν τέκνων ὁ Περσεὺς καὶ τῆς περὶ αὐτὰ θεραπείας κατόπιν ἐπορεύετο, φαιὸν μὲν ἱμάτιον ἀμπεχόμενος καὶ κρηπῖδας ἔχων ἐπιχωρίους, ὑπὸ δὲ μεγέθους τῶν κακῶν πάντα θαμβοῦντι καὶ παραπεπληγμένῳ μάλιστα τὸν λογισμὸν ἐοικώς. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 34 1:1)

    (플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 34 1:1)

  • ἀπὸ τῆς μὲν ὄψεως Ἑλληνικὸς λευκὴ χλανίς, φαιὸς χιτωνίσκος καλός, πιλίδιον ἁπαλόν, εὔρυθμος βακτηρία, βαυκὶς τρυφῶσα τί μακρὰ δεῖ λέγειν· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 63 5:5)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 12, book 12, chapter 63 5:5)

  • πάντως γὰρ εἶναι ψιλὴν αὐτὴν παρηκολούθηκεν, οἱο῀ν νεὤς, λεὤς, Τυνδάρεὠς, Μενέλεὠς, λειπόνεὠς, εὔνεὠς, Νείλεὠς, πρᾶὀς, υἱὄς, Κεῖὀς, Χῖὀς, δῖὀς, χρεῖὀς, πλεῖὀς, λεῖὀς, λαιὄς, βαιὄς, φαιὄς, πηὄς, γόὀς, θοὄς, ῥόὀς, ζωὄς. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 57 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 57 1:1)

  • χιτὼν φαιὸς ποδήρης, περὶ αὐτῷ ζώνη φοινικῆ, πῖλος Ἀρκαδικὸς ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ἔχων ἐνυφασμένα τὰ δώδεκα στοιχεῖα, ἐμβάται τραγικοί, πώγων ὑπερμεγέθης, ῥάβδος ἐν τῇ χειρὶ μειλίνη. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, , Kef. q'. MENEDHMOS 1:4)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, , Kef. q'. MENEDHMOS 1:4)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION