헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπιχαιρεκακίᾱ

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπιχαιρεκακίᾱ ἐπιχαιρεκακίας

형태분석: ἐπιχαιρεκακι (어간) + ᾱ (어미)

  1. joy at the misfortune of another, schadenfreude, spitefulness
  2. 4th century BC, Aristotle, Nicomachean Ethics II 8b1

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • φθόνοσ μὲν γάρ ἐστι λύπη ἐπ’ ἀλλοτρίοισ ἀγαθοῖσ, ἐπιχαιρεκακία δ’ ἡδονὴ ἐπ’ ἀλλοτρίοισ κακοῖσ· (Plutarch, De curiositate, section 6 3:5)

    (플루타르코스, De curiositate, section 6 3:5)

  • λύπη ἐπ’ ἀλλοτρίοισ ἀγαθοῖσ, ἐπιχαιρεκακία δ’ ἡδονὴ ἐπ’ ἀλλοτρίοισ κακοῖσ· (Plutarch, De curiositate, section 6 10:2)

    (플루타르코스, De curiositate, section 6 10:2)

  • "ταύτῃ δὲ συνεχὴσ ἡ ἐπιχαιρεκακία γίγνεται, ταπεινοὺσ βουλομένων εἶναι τοὺσ πλησίον διὰ τὰσ ὁμοίασ αἰτίασ, καθ’ ἑτέρασ δὲ φυσικὰσ φορὰσ ἐκτρεπομένων, ὁ ἔλεοσ γίγνεται. (Plutarch, De Stoicorum repugnantiis, section 25 2:1)

    (플루타르코스, De Stoicorum repugnantiis, section 25 2:1)

  • ἔνια γὰρ εὐθὺσ ὠνόμασται συνειλημμένα μετὰ τῆσ φαυλότητοσ, οἱο͂ν ἐπιχαιρεκακία ἀναισχυντία φθόνοσ, καὶ ἐπὶ τῶν πράξεων μοιχεία κλοπὴ ἀνδροφονία· (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 2 68:3)

    (아리스토텔레스, 니코마코스 윤리학, Book 2 68:3)

  • Ἡδονὴ δέ ἐστιν ἄλογοσ ἔπαρσισ ἐφ’ αἱρετῷ δοκοῦντι ὑπάρχειν, ὑφ’ ἣν τάττεται κήλησισ, ἐπιχαιρεκακία, τέρψισ, διάχυσισ. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. a'. ZHNWN 114:4)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. a'. ZHNWN 114:4)

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION