- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπιστάτης?

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: epistatēs 고전 발음: [에삐따떼:] 신약 발음: [애삐따떼]

기본형: ἐπιστάτης ἐπιστάτες

형태분석: ἐπιστατη (어간) + ς (어미)

  1. 애원하는
  1. one who stands near or by, a suppliant
  2. one's rear-rank man, the right- or left-hand man, the front-rank man)
  3. one who stands or is mounted upon
  4. one who is set over, a commander, president, steward, a, master
  5. the President
  6. an overseer, superintendent
  7. the caldron, which stood over

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἐπιστάτης

애원하는 (이)가

ἐπίστατες

애원하는 (것)가

속격 ἐπιστάτους

애원하는 (이)의

ἐπιστάτους

애원하는 (것)의

여격 ἐπιστάτει

애원하는 (이)에게

ἐπιστάτει

애원하는 (것)에게

대격 ἐπιστάτη

애원하는 (이)를

ἐπίστατες

애원하는 (것)를

호격 ἐπιστάτες

애원하는 (이)야

ἐπίστατες

애원하는 (것)야

쌍수주/대/호 ἐπιστάτει

애원하는 (이)들이

ἐπιστάτει

애원하는 (것)들이

속/여 ἐπιστάτοιν

애원하는 (이)들의

ἐπιστάτοιν

애원하는 (것)들의

복수주격 ἐπιστάτεις

애원하는 (이)들이

ἐπιστάτη

애원하는 (것)들이

속격 ἐπιστάτων

애원하는 (이)들의

ἐπιστάτων

애원하는 (것)들의

여격 ἐπιστάτεσι(ν)

애원하는 (이)들에게

ἐπιστάτεσι(ν)

애원하는 (것)들에게

대격 ἐπιστάτεις

애원하는 (이)들을

ἐπιστάτη

애원하는 (것)들을

호격 ἐπιστάτεις

애원하는 (이)들아

ἐπιστάτη

애원하는 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ ἐκ τῆς πόλεως ἔλαβον εὐνοῦχον ἕνα, ὃς ἦν ἐπιστάτης τῶν ἀνδρῶν τῶν πολεμιστῶν, καὶ πέντε ἄνδρας τῶν ὁρώντων τὸ πρόσωπον τοῦ βασιλέως τοὺς εὑρεθέντας ἐν τῇ πόλει καὶ τὸν γραμματέα τοῦ ἄρχοντος τῆς δυνάμεως τὸν ἐκτάσσοντα τὸν λαὸν τῆς γῆς καὶ ἑξήκοντα ἄνδρας τοῦ λαοῦ τῆς γῆς τοὺς εὑρεθέντας ἐν τῇ πόλει. (Septuagint, Liber II Regum 25:19)

    (70인역 성경, 열왕기 하권 25:19)

  • καὶ ἤνεγκαν ἐκεῖ τὰς ἀπαρχὰς καὶ τὰ ἐπιδέκατα ἐν πίστει, καὶ ἐπ αὐτῶν ἐπιστάτης Χωνενίας ὁ Λευίτης, καὶ Σεμεΐ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ διαδεχόμενος, (Septuagint, Liber II Paralipomenon 31:12)

    (70인역 성경, 역대기 하권 31:12)

  • καὶ εὐνοῦχον ἕνα, ὃς ἦν ἐπιστάτης τῶν ἀνδρῶν τῶν πολεμιστῶν, καὶ ἑπτὰ ἄνδρας ὀνομαστοὺς τοὺς ἐν προσώπῳ τοῦ βασιλέως, τοὺς εὑρεθέντας ἐν τῇ πόλει, καὶ τὸν γραμματέα τῶν δυνάμεων, τὸν γραμματεύοντα τῷ λαῷ τῆς γῆς, καὶ ἑξήκοντα ἀνθρώπους ἐκ τοῦ λαοῦ τῆς γῆς, τοὺς εὑρεθέντας ἐν μέσῳ τῆς πόλεως. (Septuagint, Liber Ieremiae 52:22)

    (70인역 성경, 예레미야서 52:22)

  • θύματος δ ἐπιστάτης ἱερεύς τ ἐπέσται τοῦδε παῖς Ἀχιλλέως. (Euripides, Hecuba, episode6)

    (에우리피데스, Hecuba, episode6)

  • ᾿πιν ἑστὼς ἐπιστάτης καλεῖται, ὁ δὲ αὖ κατόπιν τούτου πρωτοστάτης, ὁ δ᾿ ἐπὶ τούτῳ ἐπιστάτης, καὶ ἐφεξῆς ὡσαύτως, ὡς τὸν πάντα τοῦ λόχου στίχον ἐκ πρωτοστατῶν καὶ ἐπιστατῶν τετάχθαι παραλλὰξ ἱσταμένων. (Arrian, chapter 6 6:3)

    (아리아노스, chapter 6 6:3)

유의어

  1. one who stands or is mounted upon

관련어

명사

형용사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION