헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπισκώπτω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπισκώπτω ἐπισκώψω

형태분석: ἐπι (접두사) + σκώπτ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 조롱하다, 비웃다, 농담하다, 놀리다, 웃다, 조소하다, ~를 비웃다
  1. to laugh at, quiz, make game of, to joke, make fun, jestingly

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπισκώπτω

(나는) 조롱한다

ἐπισκώπτεις

(너는) 조롱한다

ἐπισκώπτει

(그는) 조롱한다

쌍수 ἐπισκώπτετον

(너희 둘은) 조롱한다

ἐπισκώπτετον

(그 둘은) 조롱한다

복수 ἐπισκώπτομεν

(우리는) 조롱한다

ἐπισκώπτετε

(너희는) 조롱한다

ἐπισκώπτουσιν*

(그들은) 조롱한다

접속법단수 ἐπισκώπτω

(나는) 조롱하자

ἐπισκώπτῃς

(너는) 조롱하자

ἐπισκώπτῃ

(그는) 조롱하자

쌍수 ἐπισκώπτητον

(너희 둘은) 조롱하자

ἐπισκώπτητον

(그 둘은) 조롱하자

복수 ἐπισκώπτωμεν

(우리는) 조롱하자

ἐπισκώπτητε

(너희는) 조롱하자

ἐπισκώπτωσιν*

(그들은) 조롱하자

기원법단수 ἐπισκώπτοιμι

(나는) 조롱하기를 (바라다)

ἐπισκώπτοις

(너는) 조롱하기를 (바라다)

ἐπισκώπτοι

(그는) 조롱하기를 (바라다)

쌍수 ἐπισκώπτοιτον

(너희 둘은) 조롱하기를 (바라다)

ἐπισκωπτοίτην

(그 둘은) 조롱하기를 (바라다)

복수 ἐπισκώπτοιμεν

(우리는) 조롱하기를 (바라다)

ἐπισκώπτοιτε

(너희는) 조롱하기를 (바라다)

ἐπισκώπτοιεν

(그들은) 조롱하기를 (바라다)

명령법단수 ἐπισκώπτε

(너는) 조롱해라

ἐπισκωπτέτω

(그는) 조롱해라

쌍수 ἐπισκώπτετον

(너희 둘은) 조롱해라

ἐπισκωπτέτων

(그 둘은) 조롱해라

복수 ἐπισκώπτετε

(너희는) 조롱해라

ἐπισκωπτόντων, ἐπισκωπτέτωσαν

(그들은) 조롱해라

부정사 ἐπισκώπτειν

조롱하는 것

분사 남성여성중성
ἐπισκωπτων

ἐπισκωπτοντος

ἐπισκωπτουσα

ἐπισκωπτουσης

ἐπισκωπτον

ἐπισκωπτοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπισκώπτομαι

(나는) 조롱된다

ἐπισκώπτει, ἐπισκώπτῃ

(너는) 조롱된다

ἐπισκώπτεται

(그는) 조롱된다

쌍수 ἐπισκώπτεσθον

(너희 둘은) 조롱된다

ἐπισκώπτεσθον

(그 둘은) 조롱된다

복수 ἐπισκωπτόμεθα

(우리는) 조롱된다

ἐπισκώπτεσθε

(너희는) 조롱된다

ἐπισκώπτονται

(그들은) 조롱된다

접속법단수 ἐπισκώπτωμαι

(나는) 조롱되자

ἐπισκώπτῃ

(너는) 조롱되자

ἐπισκώπτηται

(그는) 조롱되자

쌍수 ἐπισκώπτησθον

(너희 둘은) 조롱되자

ἐπισκώπτησθον

(그 둘은) 조롱되자

복수 ἐπισκωπτώμεθα

(우리는) 조롱되자

ἐπισκώπτησθε

(너희는) 조롱되자

ἐπισκώπτωνται

(그들은) 조롱되자

기원법단수 ἐπισκωπτοίμην

(나는) 조롱되기를 (바라다)

ἐπισκώπτοιο

(너는) 조롱되기를 (바라다)

ἐπισκώπτοιτο

(그는) 조롱되기를 (바라다)

쌍수 ἐπισκώπτοισθον

(너희 둘은) 조롱되기를 (바라다)

ἐπισκωπτοίσθην

(그 둘은) 조롱되기를 (바라다)

복수 ἐπισκωπτοίμεθα

(우리는) 조롱되기를 (바라다)

ἐπισκώπτοισθε

(너희는) 조롱되기를 (바라다)

ἐπισκώπτοιντο

(그들은) 조롱되기를 (바라다)

명령법단수 ἐπισκώπτου

(너는) 조롱되어라

ἐπισκωπτέσθω

(그는) 조롱되어라

쌍수 ἐπισκώπτεσθον

(너희 둘은) 조롱되어라

ἐπισκωπτέσθων

(그 둘은) 조롱되어라

복수 ἐπισκώπτεσθε

(너희는) 조롱되어라

ἐπισκωπτέσθων, ἐπισκωπτέσθωσαν

(그들은) 조롱되어라

부정사 ἐπισκώπτεσθαι

조롱되는 것

분사 남성여성중성
ἐπισκωπτομενος

ἐπισκωπτομενου

ἐπισκωπτομενη

ἐπισκωπτομενης

ἐπισκωπτομενον

ἐπισκωπτομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπέσκωπτον

(나는) 조롱하고 있었다

ἐπέσκωπτες

(너는) 조롱하고 있었다

ἐπέσκωπτεν*

(그는) 조롱하고 있었다

쌍수 ἐπεσκώπτετον

(너희 둘은) 조롱하고 있었다

ἐπεσκωπτέτην

(그 둘은) 조롱하고 있었다

복수 ἐπεσκώπτομεν

(우리는) 조롱하고 있었다

ἐπεσκώπτετε

(너희는) 조롱하고 있었다

ἐπέσκωπτον

(그들은) 조롱하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπεσκωπτόμην

(나는) 조롱되고 있었다

ἐπεσκώπτου

(너는) 조롱되고 있었다

ἐπεσκώπτετο

(그는) 조롱되고 있었다

쌍수 ἐπεσκώπτεσθον

(너희 둘은) 조롱되고 있었다

ἐπεσκωπτέσθην

(그 둘은) 조롱되고 있었다

복수 ἐπεσκωπτόμεθα

(우리는) 조롱되고 있었다

ἐπεσκώπτεσθε

(너희는) 조롱되고 있었다

ἐπεσκώπτοντο

(그들은) 조롱되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸ γὰρ ἀφαιρεῖν τὰσ ἐπιβολὰσ καὶ αὐτοῖσ χρῆσθαι τοῖσ ὀνόμασι καὶ ἀκολουθεῖν τῶν πραγμάτων τῇ φύσει καὶ μὴ δεδιέναι τὴν σμικρότητα αὐτῶν καὶ ταπεινότητα ἁπλῆσ ψυχῆσ καὶ γενναίασ, ὅθεν καὶ λόγων τέχναι εὑρέθησαν, ἐξ ὧν ἐδυνήθη μέγεθοσ προσλαβεῖν καὶ τὰ μὴ ἔχοντα ἐν αὑτοῖσ φύσει μεγέθη, καὶ ποτὲ μὲν τοιαῦτα εἶναι τὰ ἐν αὐτοῖσ ἐμφαινόμενα, τὰ δὲ καὶ ψεῦδόσ τι ἐμφαίνειν, ὥσπερ ἔχει καὶ τοῦτο, ἀεὶ σὺ ἐπισκώπτεισ ἡμᾶσ, ὅτι σὺ μὲν Πρωταγόρᾳ πολὺ ἀργύριον δέδωκασ ἐπὶ σοφίᾳ· (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , 2:3)

    (아리스티데스, 아일리오스, Ars Rhetorica, , 2:3)

  • τὰ μὲν γάρ τινα, ὡσ ἔφην, ὑποκαθήμενον καὶ ὑπονοούμενον ἔχει τὸ ἦθοσ, ὁποῖόν ἐστι τὸ προειρημένον ἀεὶ σὺ ἐπισκώπτεισ ἡμᾶσ, τὰ δέ τινα ἁπλᾶ ἐστι καὶ οὐδεμίαν κακοήθειαν ἐμφαίνει, ὡσ ἔχει καὶ τοῦτο, οἱ μέν τινεσ χρισάμενοι, οἱ δὲ καὶ λουσάμενοι· (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , 4:1)

    (아리스티데스, 아일리오스, Ars Rhetorica, , 4:1)

  • μάλιστα δὲ ὅταν τὸ ἀληθὲσ κατὰ σοῦ λεγόμενον μὴ ὡσ ἀληθὲσ ἀποδέξῃ, ἀφελοῦσ ἀνδρόσ ἐστιν, ὡσ καὶ ὁ Σωκράτησ φησίν, αἰεὶ σὺ ἐπισκώπτεισ ἡμᾶσ. (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , 6:2)

    (아리스티데스, 아일리오스, Ars Rhetorica, , 6:2)

  • ἀεὶ σὺ ἐπισκώπτεισ ἡμᾶσ καταφρονῶν, ὅτι σὺ μὲν Πρωταγόρᾳ τε πολὺ ἀργύριον δέδωκασ ἐπὶ σοφίᾳ καὶ Γοργίᾳ καὶ Προδίκῳ καὶ ἄλλοισ πολλοῖσ, ἡμᾶσ δ’ ὁρᾷσ αὐτουργούσ τινασ τῆσ φιλοσοφίασ ὄντασ. (Xenophon, Works on Socrates, , chapter 1 6:2)

    (크세노폰, Works on Socrates, , chapter 1 6:2)

관련어

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION