ἐπευφημέω
ε 축약 동사;
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ἐπευφημέω
ἐπευφημήσω
형태분석:
ἐπ
(접두사)
+
εὐφημέ
(어간)
+
ω
(인칭어미)
뜻
- 부르다, 읊다, 가락을 부르다
- to shout assent
- to sing over or with
- to sing, in praise of
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ιδ ̔18̓ Ὅτι δεῖ τὴν κύνα καλῶσ ἠγωνισμένην καταψῶντα ἐπευφημεῖν. (Arrian, Cynegeticus, chapter pr21)
(아리아노스, Cynegeticus, chapter pr21)
- ἀπαντώσησ δ’ αὐτῷ παρὰ πάντων μιᾶσ φωνῆσ, Γάλβαν αὐτοκράτορα γινώσκειν, κἀκεῖνοσ ὁμόσε χωρῶν ἐπευφήμει καὶ τοὺσ ἑπομένουσ ἐκέλευε. (Plutarch, Galba, chapter 14 5:3)
(플루타르코스, Galba, chapter 14 5:3)
- ἀλλ’, ὦ φίλοι, χοαῖσι ταῖσδε νερτέρων ὕμνουσ ἐπευφημεῖτε, τόν τε δαίμονα Δαρεῖον ἀνακαλεῖσθε, γαπότουσ δ’ ἐγὼ τιμὰσ προπέμψω τάσδε νερτέροισ θεοῖσ. (Aeschylus, Persians, episode 2:1)
(아이스킬로스, 페르시아인들, episode 2:1)
- νείμαντεσ δὲ αὐτά, μέροσ ἐσ τὴν θάλασσαν ἀπορρίπτουσι καὶ μέροσ ἐσ τοὺσ βωμοὺσ ἐπιθέντεσ ἅπτουσι, καὶ ὁ λεὼσ ἐπευφημεῖ. (Appian, The Civil Wars, book 5, chapter 10 9:6)
(아피아노스, The Civil Wars, book 5, chapter 10 9:6)
- πεποίητο δὲ βῆμα πρὸ τῶν στοῶν δίφρων αὐτοῖσ ἐλεφαντίνων ἐπ’ αὐτοῦ κειμένων, ἐφ’ οὓσ παρελθόντεσ ἐκαθέσθησαν, καὶ τὸ στρατιωτικὸν εὐθέωσ ἐπευφήμει πολλὰσ αὐτοῖσ τῆσ ἀρετῆσ μαρτυρίασ ἀποδιδόντεσ ἅπαντεσ· (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 147:1)
(플라비우스 요세푸스, De bello Judaico libri vii, 147:1)
유의어
-
to shout assent
-
to sing over or with
- θρηνῳδέω (to sing a dirge over)
- ἐπιπαιανίζω (to sing a paean over)
- ἀοιδιάω (부르다, 읊다)
- ἀφεύω (to singe off)
- μολπάζω (부르다, 읊다)
- μέλπω (부르다, 읊다)
- λιγαίνω (부르다, 읊다)
- κατᾴδω (노래하다, 연주하다)
- προσᾴδω (노래하다, 연주하다)
- ὑμνέω (부르다, 읊다)
- ἐπιμέλπω (노래하다, 연주하다)
- ἐπιβοάω (to utter or sing aloud over)
- ἐφυμνέω (to sing or chant after or over)
- συνᾴδω (to sing with or together)
- παραείδω (to sing beside or to)
- γηρύω (부르다, 읊다, 가락을 부르다)
- εὐμολπέω (to sing well)
- περιᾴδω (to go about singing)
-
부르다
- φθέγγομαι (칭찬하다, 축하하다, 기념하다)
- ἀείδω (칭찬하다, 부르다, 격찬하다)
- προσπαίζω (노래하다, 연주하다, 노래 부르다)
- ὑμνῳδέω (부르다, 읊다, 가락을 부르다)
- ἐπιμέλπω (노래하다, 연주하다)
- ὑμνέω (부르다, 읊다)
- ἀφεύω (to singe off)
- προσᾴδω (노래하다, 연주하다)
- μολπάζω (부르다, 읊다)
- μέλπω (부르다, 읊다)
- λιγαίνω (부르다, 읊다)
- ἀοιδιάω (부르다, 읊다)
- κατᾴδω (노래하다, 연주하다)
- προσεπαινέω (to praise besides)