고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: διανεμητικός διανεμητική διανεμητικόν
Structure: διανεμητικ (Stem) + ος (Ending)
Masculine | Feminine | Neuter | ||
---|---|---|---|---|
Singular | Nominative | διανεμητικός | διανεμητική | διανεμητικόν |
Genitive | διανεμητικοῦ | διανεμητικῆς | διανεμητικοῦ | |
Dative | διανεμητικῷ | διανεμητικῇ | διανεμητικῷ | |
Accusative | διανεμητικόν | διανεμητικήν | διανεμητικόν | |
Vocative | διανεμητικέ | διανεμητική | διανεμητικόν | |
Dual | N/A/V | διανεμητικώ | διανεμητικᾱ́ | διανεμητικώ |
G/D | διανεμητικοῖν | διανεμητικαῖν | διανεμητικοῖν | |
Plural | Nominative | διανεμητικοί | διανεμητικαί | διανεμητικά |
Genitive | διανεμητικῶν | διανεμητικῶν | διανεμητικῶν | |
Dative | διανεμητικοῖς | διανεμητικαῖς | διανεμητικοῖς | |
Accusative | διανεμητικούς | διανεμητικᾱ́ς | διανεμητικά | |
Vocative | διανεμητικοί | διανεμητικαί | διανεμητικά |
Positive | Comparative | Superlative | |
---|---|---|---|
Adjective | διανεμητικός διανεμητικοῦ | διανεμητικότερος διανεμητικοτεροῦ | διανεμητικότατος διανεμητικοτατοῦ |
Adverb | διανεμητικώς | διανεμητικότερον | διανεμητικότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기