δημιουργός
Second declension Noun; Masculine
Transliteration:
Principal Part:
δημιουργός
δημιουροῦ
Structure:
δημιουργ
(Stem)
+
ος
(Ending)
Etym.: E)/rgw
Sense
- one who works for the people, a skilled workman, handicraftsman, the maker of the world
Declension
Second declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- Ο δὲ προειρημένοσ Σίμων, ὁ τῶν χρημάτων καὶ τῆσ πατρίδοσ ἐνδείκτησ γεγονώσ, ἐκακολόγει τὸν Ὀνίαν, ὡσ αὐτόσ τε εἴη τὸν Ἡλιόδωρον ἐπισεσεικὼσ καὶ τῶν κακῶν δημιουργὸσ καθεστηκώσ, (Septuagint, Liber Maccabees II 4:1)
- οὗτοσ γὰρ παρὰ πάντασ οἶδεν ὅτι ἁμαρτάνει, ὕλησ γεώδουσ εὔθραυστα σκεύη καὶ γλυπτὰ δημιουργῶν. (Septuagint, Liber Sapientiae 15:13)
- τούτων δὲ πάντων ἀρχιτέκτων καὶ δημιουργόσ ἐστιν ὁ νοῦσ, ᾧ δεῖ καθηγεμόνι χρωμένουσ μὴ πάντα ζητεῖν πρὸσ τὰσ ἰδίασ ὀξύτητασ, ἀλλὰ πρὸσ τὰσ τῶν πραγμάτων φύσεισ καὶ μεταπτώσεισ. (Demades, On the Twelve Years, 42:2)
- ἀλλὰ καὶ γέλωτα ἂν ὀφλισκάνοι χωλεύων ὑπὸ τῇ ἀσπίδι καὶ ἐπὶ στόμα καταπίπτων ὑπὸ τοῦ βάρουσ καὶ ὑπὸ τῷ κράνει ὁπότε ἀνανεύσειε δεικνὺσ τοὺσ παραβλῶπασ ἐκείνουσ αὑτοῦ ὀφθαλμοὺσ καὶ τὸν θώρακα ἐπαίρων τῷ τοῦ μεταφρένου κυρτώματι καὶ τὰσ κνημῖδασ ἐπισυρόμενοσ, καὶ ὅλωσ αἰσχύνων ἀμφοτέρουσ, καὶ τὸν δημιουργὸν αὐτῶν καὶ τὸν δεσπότην. (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 7:5)
- ἐγὼ μὲν οὖν εἰσ δύναμιν καὶ τὸ ἔργον καὶ τὸν τεχνίτην καὶ δημιουργὸν ἠμειψάμην τῷ λόγῳ. (Lucian, (no name) 8:6)
- τέχνη γάρ, κἀγὼ ταύτησ δημιουργόσ. (Lucian, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 2:6)
- παγκάκωσ ἡ κακία διατίθησι πάντασ ἀνθρώπουσ, αὐτοτελήσ τισ οὖσα τῆσ κακοδαιμονίασ δημιουργόσ· (Plutarch, An vitiositas ad infelicitatem sufficia, section 21)
- ἡ κακία διατίθησι πάντασ ἀνθρώπουσ, αὐτοτελήσ τισ οὖσα τῆσ κακοδαιμονίασ δημιουργόσ· (Plutarch, An vitiositas ad infelicitatem sufficia, section 22)