- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βία?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: biā 고전 발음: [비아:] 신약 발음: [비아]

기본형: βία βίας

형태분석: βι (어간) + α (어미)

  1. 힘, 실력, 능력
  1. bodily strength, force
  2. act of violence

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 βία

힘이

βία

힘들이

βίαι

힘들이

속격 βίας

힘의

βίαιν

힘들의

βιῶν

힘들의

여격 βίᾳ

힘에게

βίαιν

힘들에게

βίαις

힘들에게

대격 βίαν

힘을

βία

힘들을

βίας

힘들을

호격 βία

힘아

βία

힘들아

βίαι

힘들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ἀπὸ τῆς ἡμέρας, ἧς ἐνετείλατό μοι εἶναι εἰς ἄρχοντα αὐτῶν ἐν γῇ Ἰούδα, ἀπὸ ἔτους εἰκοστοῦ καὶ ἕως ἔτους τριακοστοῦ καὶ δευτέρου τῷ Ἀρθασασθὰ ἔτη δώδεκα, ἐγὼ καὶ οἱ ἀδελφοί μου βίαν αὐτῶν οὐκ ἔφαγον. (Septuagint, Liber Nehemiae 5:14)

    (70인역 성경, 느헤미야기 5:14)

  • ὦ μήτηρ σὺν ἑπτὰ παισὶ καταλύσασα τὴν τοῦ τυράννου βίαν καὶ ἀκυρώσασα τὰς κακὰς ἐπινοίας αὐτοῦ καὶ ἐπιδείξασα τὴν τῆς πίστεως γενναιότητα. (Septuagint, Liber Maccabees IV 17:2)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 17:2)

  • ἐνταῦθα γέρων ἱερεὺς καὶ γυνὴ γηραιὰ καὶ ἑπτὰ παῖδες ἐγκεκήδευται διὰ τυράννου βίαν, τὴν Ἑβραίων πολιτείαν καταλῦσαι θέλοντος, (Septuagint, Liber Maccabees IV 17:9)

    (70인역 성경, Liber Maccabees IV 17:9)

  • τότε μὲν οὖν θαυμάσιος ἐδόκεις μοι τὴν βίαν καὶ ὑπέφριττον μεταξὺ ἀκούων τῶν ἐπῶν νῦν δὲ αὐτόν σε ἤδη ὁρῶ μετὰ τῆς σειρᾶς καὶ τῶν ἀπειλῶν ἀπὸ λεπτοῦ νήματος, ὡς φής, κρεμάμενον. (Lucian, Juppiter confuatus, (no name) 4:6)

    (루키아노스, Juppiter confuatus, (no name) 4:6)

  • Δία τε Κρονίδαν ὕμνησον Ὀλύμπιον ἀρχαγὸν θεῶν, τόν τ ἀκαμαντορόαν Ἀλφεόν, Πέλοπός τε βίαν, καὶ Πίσαν, ἔνθ ὁ κλεεννὸς ποσσὶ νικάσας δρόμῳ ἦλθ]εν Φερένικος < ἐς > εὐπύργους Συρακός- σας Ιἕρωνι φέρων εὐδ]αιμονίας πέταλον. (Bacchylides, , epinicians, ode 5 14:2)

    (바킬리데스, , epinicians, ode 5 14:2)

유의어

  1. act of violence

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION