헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βαθύκολπος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: βαθύκολπος βαθύκολπη βαθύκολπον

형태분석: βαθυκολπ (어간) + ος (어미)

  1. with dress falling in deep folds
  2. with deep, full breasts, deep-bosomed

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 βαθύκολπος

(이)가

βαθύκόλπη

(이)가

βαθύκολπον

(것)가

속격 βαθυκόλπου

(이)의

βαθύκόλπης

(이)의

βαθυκόλπου

(것)의

여격 βαθυκόλπῳ

(이)에게

βαθύκόλπῃ

(이)에게

βαθυκόλπῳ

(것)에게

대격 βαθύκολπον

(이)를

βαθύκόλπην

(이)를

βαθύκολπον

(것)를

호격 βαθύκολπε

(이)야

βαθύκόλπη

(이)야

βαθύκολπον

(것)야

쌍수주/대/호 βαθυκόλπω

(이)들이

βαθύκόλπᾱ

(이)들이

βαθυκόλπω

(것)들이

속/여 βαθυκόλποιν

(이)들의

βαθύκόλπαιν

(이)들의

βαθυκόλποιν

(것)들의

복수주격 βαθύκολποι

(이)들이

βαθύ́κολπαι

(이)들이

βαθύκολπα

(것)들이

속격 βαθυκόλπων

(이)들의

βαθύκολπῶν

(이)들의

βαθυκόλπων

(것)들의

여격 βαθυκόλποις

(이)들에게

βαθύκόλπαις

(이)들에게

βαθυκόλποις

(것)들에게

대격 βαθυκόλπους

(이)들을

βαθύκόλπᾱς

(이)들을

βαθύκολπα

(것)들을

호격 βαθύκολποι

(이)들아

βαθύ́κολπαι

(이)들아

βαθύκολπα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὸν μέν, ἐπὴν δὴ πρῶτον ἴδῃ φάοσ ἠελίοιο, Νύμφαι μιν θρέψουσιν ὀρεσκῷοι βαθύκολποι, αἳ τόδε ναιετάουσιν ὄροσ μέγα τε ζάθεόν τε· (Anonymous, Homeric Hymns, 27:4)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 27:4)

  • τόφρα δέ μοι παρὰ νηυσὶ κορωνίσι κείσεαι αὔτωσ, ἀμφὶ δὲ σὲ Τρῳαὶ καὶ Δαρδανίδεσ βαθύκολποι κλαύσονται νύκτάσ τε καὶ ἤματα δάκρυ χέουσαι, τὰσ αὐτοὶ καμόμεσθα βίηφί τε δουρί τε μακρῷ πιείρασ πέρθοντε πόλεισ μερόπων ἀνθρώπων. (Homer, Iliad, Book 18 31:7)

    (호메로스, 일리아스, Book 18 31:7)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION