헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βαθύκολπος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: βαθύκολπος βαθύκολπη βαθύκολπον

형태분석: βαθυκολπ (어간) + ος (어미)

  1. with dress falling in deep folds
  2. with deep, full breasts, deep-bosomed

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 βαθύκολπος

(이)가

βαθύκόλπη

(이)가

βαθύκολπον

(것)가

속격 βαθυκόλπου

(이)의

βαθύκόλπης

(이)의

βαθυκόλπου

(것)의

여격 βαθυκόλπῳ

(이)에게

βαθύκόλπῃ

(이)에게

βαθυκόλπῳ

(것)에게

대격 βαθύκολπον

(이)를

βαθύκόλπην

(이)를

βαθύκολπον

(것)를

호격 βαθύκολπε

(이)야

βαθύκόλπη

(이)야

βαθύκολπον

(것)야

쌍수주/대/호 βαθυκόλπω

(이)들이

βαθύκόλπᾱ

(이)들이

βαθυκόλπω

(것)들이

속/여 βαθυκόλποιν

(이)들의

βαθύκόλπαιν

(이)들의

βαθυκόλποιν

(것)들의

복수주격 βαθύκολποι

(이)들이

βαθύ́κολπαι

(이)들이

βαθύκολπα

(것)들이

속격 βαθυκόλπων

(이)들의

βαθύκολπῶν

(이)들의

βαθυκόλπων

(것)들의

여격 βαθυκόλποις

(이)들에게

βαθύκόλπαις

(이)들에게

βαθυκόλποις

(것)들에게

대격 βαθυκόλπους

(이)들을

βαθύκόλπᾱς

(이)들을

βαθύκολπα

(것)들을

호격 βαθύκολποι

(이)들아

βαθύ́κολπαι

(이)들아

βαθύκολπα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἡ δ’ ἑανὸν βαθύκολπον, ἐσ ἠέρα γυμνώσασα κόλπον, ἀνῃώρησε καὶ οὐκ ᾐδέσσατο Κύπρισ. (Colluthus, Rape of Helen, book 183)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 183)

  • πρὸσ ἀλήθειαν γάρ, καθάπερ φησὶ Κλέαρχοσ ἐν τῷ πρώτῳ τῶν Ἐρωτικῶν, Λυκοφρονίδην εἰρηκέναι φησὶν, οὔτε παιδὸσ ἄρρενοσ οὔτε παρθένων τῶν χρυσοφόρων οὐδὲ γυναικῶν βαθυκόλπων καλὸν τὸ πρόσωπον, ἂν μὴ κόσμιον πεφύκῃ ἡ γὰρ αἰδὼσ ἄνθοσ ἐπισπείρει. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 16 1:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 13, book 13, chapter 16 1:3)

  • οὐκ ἀμφιβόλωσ οἶμαί σφ’ ἐρατῶν ἐκ βαθυκόλπων στηθέων ἥσειν ἄλγοσ ἐπάξιον. (Aeschylus, Seven Against Thebes, choral, anapests7)

    (아이스킬로스, 테바이를 공격한 일곱 장수, choral, anapests7)

  • Δήμητρ’ ἠύκομον, σεμνὴν θεόν, ἄρχομ’ ἀείδειν, αὐτὴν ἠδὲ θύγατρα τανύσφυρον, ἣν Αἰδωνεὺσ ἡρ́παξεν, δῶκεν δὲ βαρύκτυποσ εὐρύοπα Ζεύσ, νόσφιν Δήμητροσ χρυσαόρου, ἀγλαοκάρπου, παίζουσαν κούρῃσι σὺν Ὠκεανοῦ βαθυκόλποισ ἄνθεά τ’ αἰνυμένην, ῥόδα καὶ κρόκον ἠδ’ ἰά καλὰ λειμῶν’ ἂμ μαλακὸν καὶ ἀγαλλίδασ ἠδ’ ὑάκινθον νάρκισσόν θ’, ὃν φῦσε δόλον καλυκώπιδι κούρῃ Γαῖα Διὸσ βουλῇσι χαριζομένη Πολυδέκτῃ, θαυμαστὸν γανόωντα· (Anonymous, Homeric Hymns, 2:1)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 2:1)

  • τὸν μέν, ἐπὴν δὴ πρῶτον ἴδῃ φάοσ ἠελίοιο, Νύμφαι μιν θρέψουσιν ὀρεσκῷοι βαθύκολποι, αἳ τόδε ναιετάουσιν ὄροσ μέγα τε ζάθεόν τε· (Anonymous, Homeric Hymns, 27:4)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 27:4)

  • ‐‐ Ἀργεία κυάνοφρυ, σὺ λαοφόνον Διομήδεα μισγομένα Τυδῆι τέκεσ, Καλυδώνιον ἄνδρα, ἀλλὰ Θέτισ βαθύκολποσ ἀκοντιστὰν Ἀχιλῆα Αἰακίδᾳ Πηλῆι, σὲ δ’ αἰχμητὰ Πτολεμαῖε αἰχμητᾷ Πτολεμαίῳ ἀρίζηλοσ Βερενίκα. (Theocritus, Idylls, 27)

    (테오크리토스, Idylls, 27)

  • Ἑρμιονεὺσ ὁ ξεῖνοσ, ἐν ἀλλοδαπῶν δὲ τέθαπται, Ζωίλοσ, Ἀργείαν γαῖαν ἐφεσσάμενοσ, ἃν ἐπὶ οἱ βαθύκολποσ ἀμάσατο δάκρυσι νύμφα λειβομένα, παῖδὲσ τ’ εἰσ χρόα κειράμενοι. (Unknown, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 4461)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 4461)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION