Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀπολόγημα

Third declension Noun; Neuter Transliteration:

Principal Part: ἀπολόγημα

Structure: ἀπολογηματ (Stem)

Etym.: from a)pologe/omai

Sense

  1. a plea alleged in defence

Declension

Third declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • Πομπήϊον δὲ Καῖσαρ, οὗ μὲν ἦν ἐλάττων, διέφυγε μὴ βλαβῆναι, καθὸ δὲ κρείττων ἦν, ἠνάγκασεν ἀγωνισάμενον τῷ πεζῷ περὶ πάντων σφαλῆναι, καὶ κύριοσ εὐθὺσ ἦν χρημάτων καὶ ἀγορᾶσ καὶ θαλάττησ, ὑφ’ ὧν διεπέπρακτο ἂν ἄνευ μάχησ ἐκείνοισ προσόντων, τὸ δ’ ὑπὲρ τούτων ἀπολόγημα μέγιστόν ἐστιν ἔγκλημα στρατηγοῦ τηλικούτου. (Plutarch, Comparison of Agesilaus and Pompey, chapter 4 1:2)
  • καὶ τοῦτο ἦν ὑπὲρ τῆσ πόλεωσ ἀπολόγημα πρὸσ τοὺσ Ῥωμαίουσ. (Plutarch, , chapter 1 4:2)
  • οὐ γὰρ μικρὸν ἔσται τῇ περιγενομένῃ τοῦτο μαρτύριον, μᾶλλον δ’ ἀπολόγημα α πρὸσ κατηγορίαν. (Plutarch, De fortuna Romanorum, section 12)
  • οὐ γὰρ μικρὸν ἔσται τῇ περιγενομένῃ τοῦτο μαρτύριον, μᾶλλον δ’ ἀπολόγημα πρὸσ κατηγορίαν. (Plutarch, De fortuna Romanorum, section 1 3:1)
  • "γεγονέναι καὶ βιασμόν, οὐκ ἀπολόγημα καὶ στρατήγημα τοῦ νεανίσκου νοῦν ἔχοντοσ, ὅτι τὰσ τῶν ἐραστῶν ἀγκάλασ διαφυγὼν ἐξηυτομόληκεν εἰσ χεῖρασ καλῆσ καὶ πλουσίασ γυναικόσ; (Plutarch, Amatorius, section 11 5:1)
  • ὁ δὲ τοιοῦτο[σ αὐτοῦ] λόγοσ, ὦ ἄνδρεσ δ[ικασ]ταί, οὐ[κ ἀπολόγημ]ά ἐστιν, ἀλλ’ ὁμολόγημα ὡσ οὐ δεῖ [με τὰ χρέα διαλ]ύειν. (Hyperides, Speeches, 20:1)

Synonyms

  1. a plea alleged in defence

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION