- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀπεργάζομαι?

비축약 동사; 이상동사 자동번역 로마알파벳 전사: apergazomai 고전 발음: [아뻬도마] 신약 발음: [아빼가조매]

기본형: ἀπεργάζομαι

형태분석: ἀπ (접두사) + ἐργάζ (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. 마무르다
  2. 만들다, 하다, 제작하다
  1. to finish off, turn out complete
  2. to fill up with colour, express perfectly
  3. to finish a contract
  4. to make, finished

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀπεργάζομαι

(나는) 마무른다

ἀπεργάζει, ἀπεργάζῃ

(너는) 마무른다

ἀπεργάζεται

(그는) 마무른다

쌍수 ἀπεργάζεσθον

(너희 둘은) 마무른다

ἀπεργάζεσθον

(그 둘은) 마무른다

복수 ἀπεργαζόμεθα

(우리는) 마무른다

ἀπεργάζεσθε

(너희는) 마무른다

ἀπεργάζονται

(그들은) 마무른다

접속법단수 ἀπεργάζωμαι

(나는) 마무르자

ἀπεργάζῃ

(너는) 마무르자

ἀπεργάζηται

(그는) 마무르자

쌍수 ἀπεργάζησθον

(너희 둘은) 마무르자

ἀπεργάζησθον

(그 둘은) 마무르자

복수 ἀπεργαζώμεθα

(우리는) 마무르자

ἀπεργάζησθε

(너희는) 마무르자

ἀπεργάζωνται

(그들은) 마무르자

기원법단수 ἀπεργαζοίμην

(나는) 마무르기를 (바라다)

ἀπεργάζοιο

(너는) 마무르기를 (바라다)

ἀπεργάζοιτο

(그는) 마무르기를 (바라다)

쌍수 ἀπεργάζοισθον

(너희 둘은) 마무르기를 (바라다)

ἀπεργαζοίσθην

(그 둘은) 마무르기를 (바라다)

복수 ἀπεργαζοίμεθα

(우리는) 마무르기를 (바라다)

ἀπεργάζοισθε

(너희는) 마무르기를 (바라다)

ἀπεργάζοιντο

(그들은) 마무르기를 (바라다)

명령법단수 ἀπεργάζου

(너는) 마물러라

ἀπεργαζέσθω

(그는) 마물러라

쌍수 ἀπεργάζεσθον

(너희 둘은) 마물러라

ἀπεργαζέσθων

(그 둘은) 마물러라

복수 ἀπεργάζεσθε

(너희는) 마물러라

ἀπεργαζέσθων, ἀπεργαζέσθωσαν

(그들은) 마물러라

부정사 ἀπεργάζεσθαι

마무르는 것

분사 남성여성중성
ἀπεργαζομενος

ἀπεργαζομενου

ἀπεργαζομενη

ἀπεργαζομενης

ἀπεργαζομενον

ἀπεργαζομενου

미래 시제

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀπεργάσομαι

(나는) 마무르겠다

ἀπεργάσει, ἀπεργάσῃ

(너는) 마무르겠다

ἀπεργάσεται

(그는) 마무르겠다

쌍수 ἀπεργάσεσθον

(너희 둘은) 마무르겠다

ἀπεργάσεσθον

(그 둘은) 마무르겠다

복수 ἀπεργασόμεθα

(우리는) 마무르겠다

ἀπεργάσεσθε

(너희는) 마무르겠다

ἀπεργάσονται

(그들은) 마무르겠다

기원법단수 ἀπεργασοίμην

(나는) 마무르겠기를 (바라다)

ἀπεργάσοιο

(너는) 마무르겠기를 (바라다)

ἀπεργάσοιτο

(그는) 마무르겠기를 (바라다)

쌍수 ἀπεργάσοισθον

(너희 둘은) 마무르겠기를 (바라다)

ἀπεργασοίσθην

(그 둘은) 마무르겠기를 (바라다)

복수 ἀπεργασοίμεθα

(우리는) 마무르겠기를 (바라다)

ἀπεργάσοισθε

(너희는) 마무르겠기를 (바라다)

ἀπεργάσοιντο

(그들은) 마무르겠기를 (바라다)

부정사 ἀπεργάσεσθαι

마무를 것

분사 남성여성중성
ἀπεργασομενος

ἀπεργασομενου

ἀπεργασομενη

ἀπεργασομενης

ἀπεργασομενον

ἀπεργασομενου

미완료(Imperfect) 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀπηργᾶζομην

(나는) 마무르고 있었다

ἀπήργαζου

(너는) 마무르고 있었다

ἀπήργαζετο

(그는) 마무르고 있었다

쌍수 ἀπήργαζεσθον

(너희 둘은) 마무르고 있었다

ἀπηργᾶζεσθην

(그 둘은) 마무르고 있었다

복수 ἀπηργᾶζομεθα

(우리는) 마무르고 있었다

ἀπήργαζεσθε

(너희는) 마무르고 있었다

ἀπήργαζοντο

(그들은) 마무르고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐθέλω γὰρ εἰδέναι ὅ τι καὶ χρήσεται αὐταῖς, ἢ ὅπως ἐκ τοσούτων μίαν τινὰ συνθεὶς οὐκ ἀπᾴδουσαν ἀπεργάσεται . (Lucian, Imagines, (no name) 5:7)

    (루키아노스, Imagines, (no name) 5:7)

  • ὅπως δὲ μὴ σύγχυσιν ἐκ τῆς ἀναρχίας ἡ στάσις ἀπεργάσεται, μετεώρου τοῦ πολιτεύματος ὄντος, ἔταξαν οἱ πατρίκιοι, πεντήκοντα καὶ ἑκατὸν ὄντων αὑτῶν, ἕκαστον ἐν μέρει τοῖς βασιλικοῖς παρασήμοις κοσμούμενον θύειν τε τοῖς θεοῖς τὰ νενομισμένα καὶ χρηματίζειν ἓξ μὲν ὡρ´ας τῆς νυκτός, ἓξ δὲ τῆς ἡμέρας, καὶ γὰρ ἡ διανομὴ τῶν καιρῶν ἑκατέρου πρὸς ἱσότητα καλῶς ἔχειν ἐδόκει τοῖς ἄρχουσι, καὶ πρὸς τὸν δῆμον ἡ μεταβολὴ τῆς ἐξουσίας ἀφαιρεῖν τὸν φθόνον, ὁρῶντα τῆς αὐτῆς ἡμέρας καὶ νυκτὸς τὸν αὐτὸν ἰδιώτην ἐκ βασιλέως γινόμενον. (Plutarch, Numa, chapter 2 6:1)

    (플루타르코스, Numa, chapter 2 6:1)

  • ὅστις οὖν σε τούτοις ὁμοιότατον ἀπεργάσεται, οὗτός σε ποιήσει, ὡς ἐπιθυμεῖς πολιτικὸς εἶναι, πολιτικὸν καὶ ῥητορικόν: (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 404:2)

    (플라톤, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 404:2)

  • ὥστε εἰ καὶ μὴ μέγα τι, σμικρὸν δέ, τὸν ἀκούοντα ὅπερ φησὶν εὐμενέστερον γιγνόμενον εὐμαθέστερον ἀπεργάσεται, πᾶν ἀγαπητόν. (Plato, Laws, book 4 88:3)

    (플라톤, Laws, book 4 88:3)

  • οὐκοῦν καὶ ὦτα στερόμενα τῆς αὑτῶν ἀρετῆς κακῶς τὸ αὑτῶν ἔργον ἀπεργάσεται· (Plato, Republic, book 1 621:1)

    (플라톤, Republic, book 1 621:1)

유의어

  1. 마무르다

  2. to finish a contract

  3. 만들다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION