- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἄμφω?

; 로마알파벳 전사: amphō 고전 발음: [암포:] 신약 발음: [암포]

기본형: ἄμφω

어원: ἀμφί

예문

  • ἐγὼ δὲ πρὸς τάδε ἄμφω ἐκεῖνα ἔχω εἰπεῖν, ὅτι οἱ μὲν ἀστέρες ἐν τῷ οὐρανῷ τὴν σφετέρην εἱλέονται, πάρεργον δὲ σφίσι τῆς κινήσιος τῶν κατ ἡμέας ἕκαστον ἐπιγίγνεται. (Lucian, De astrologia, (no name) 29:1)

    (루키아노스, De astrologia, (no name) 29:1)

  • ἦ γὰρ ἐτύχθη ἄμφω ἀναγκαίη ξυνήια πάντα λαχόντε ἔργα παλαιοτέροιο κασιγνήτοιο διώκειν. (Colluthus, Rape of Helen, book 1185)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 1185)

  • φησὶ δέ, μήτε δίκην δικάσῃς, πρίν ἄμφω μῦθον ἀκούσῃς. (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 8:9)

    (루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 8:9)

  • ἀδύνατον δὲ πένητα ὄντα πρὸς ἄμφω διαρκεῖν. (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 25:3)

    (루키아노스, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 25:3)

  • τὼ νεανία τὼ ἑταίρω Πυλάδης τε ὁ Φωκεὺς καὶ Ὀρέστης δοκῶν ἤδη τεθνάναι λαθόντ ἐς τὰ βασίλεια παρελθόντε φονεύουσιν ἄμφω τὸν Αἴγισθον ἡ δὲ Κλυταιμήστρα ἤδη ἀνῄρηται καὶ ἐπ εὐνῆς τινος ἡμίγυμνος πρόκειται καὶ θεραπεία πᾶσα ἐκπεπληγμένοι τὸ ἔργον οἱ μὲν ὥσπερ βοῶσιν, οἱ δέ τινες ὅπῃ φύγωσι περιβλέπουσι. (Lucian, De Domo, (no name) 23:2)

    (루키아노스, De Domo, (no name) 23:2)

관련어

명사

형용사

동사

부사

대명사

관사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION