- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀγρότερος?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: agroteros 고전 발음: [로떼로] 신약 발음: [로때로]

기본형: ἀγρότερος ἀγρότερα ἀγρότερον

형태분석: ἀγροτερ (어간) + ος (어미)

어원: ἄγρα

  1. 거친, 거센
  2. 거친, 거센
  1. wild
  2. countrymen
  3. wild
  4. fond of the chase, the Huntress

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀγρότερος

거친 (이)가

ἀγρότέρα

거친 (이)가

ἀγρότερον

거친 (것)가

속격 ἀγροτέρου

거친 (이)의

ἀγρότέρας

거친 (이)의

ἀγροτέρου

거친 (것)의

여격 ἀγροτέρῳ

거친 (이)에게

ἀγρότέρᾳ

거친 (이)에게

ἀγροτέρῳ

거친 (것)에게

대격 ἀγρότερον

거친 (이)를

ἀγρότέραν

거친 (이)를

ἀγρότερον

거친 (것)를

호격 ἀγρότερε

거친 (이)야

ἀγρότέρα

거친 (이)야

ἀγρότερον

거친 (것)야

쌍수주/대/호 ἀγροτέρω

거친 (이)들이

ἀγρότέρα

거친 (이)들이

ἀγροτέρω

거친 (것)들이

속/여 ἀγροτέροιν

거친 (이)들의

ἀγρότέραιν

거친 (이)들의

ἀγροτέροιν

거친 (것)들의

복수주격 ἀγρότεροι

거친 (이)들이

ἀγρότεραι

거친 (이)들이

ἀγρότερα

거친 (것)들이

속격 ἀγροτέρων

거친 (이)들의

ἀγρότερῶν

거친 (이)들의

ἀγροτέρων

거친 (것)들의

여격 ἀγροτέροις

거친 (이)들에게

ἀγρότέραις

거친 (이)들에게

ἀγροτέροις

거친 (것)들에게

대격 ἀγροτέρους

거친 (이)들을

ἀγρότέρας

거친 (이)들을

ἀγρότερα

거친 (것)들을

호격 ἀγρότεροι

거친 (이)들아

ἀγρότεραι

거친 (이)들아

ἀγρότερα

거친 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καί τις ὀρεσσαύλοιο δορὴ μετόπισθε χιμαίρης ἐκκρεμὲς ᾐώρητο καὶ αὐτῶν ἥπτετο μηρῶν, ποιμενίη δ ἀπέκειτο, βοῶν ἐλάτειρα, καλαῦροψ, τοῖος ἐπεὶ σύριγγος, ἐς ἤθεα βαιὸν ὁδεύων, ἀγροτέρων καλάμων λιγυρὴν ἐδίωκεν ἀοιδήν: (Colluthus, Rape of Helen, book 155)

    (콜루토스, Rape of Helen, book 155)

  • "τοσοῦτον ἐδέησε τοῦ κινεῖν τὰ ὄντα καὶ μάχεσθαι τοῖς φαινομένοις, ὥστε μηδὲ τὴν φωνὴν ἐκβαλεῖν ἐκ τῆς συνηθείας, ἀλλ ὅσον εἰς τὰ πράγματα βλάπτουσαν ἀπάτην παρεῖχεν ἀφελὼν, αὖθις ἀποδοῦναι τοῖς ὀνόμασι τὸ νενομισμένον ἐν τούτοις οἱ δ ὅ τι κεν κατὰ φῶτα μιγὲν φῶς αἰθέρος ἵκῃ ἢ κατὰ θηρῶν ἀγροτέρων γένος ἢ κατὰ θάμνων ἠὲ κατ οἰωνῶν, τότε μὲν τὸν γενέσθαι: (Plutarch, Adversus Colotem, section 1112)

    (플루타르코스, Adversus Colotem, section 1112)

  • ἤθελον Χείρωνά κε Φιλλυρίδαν, εἰ χρεὼν τοῦθ ἁμετέρας ἀπὸ γλώσσας κοινὸν εὔξασθαι ἔπος, ζώειν τὸν ἀποιχόμενον, Οὐρανίδα γόνον εὐρυμέδοντα Κρόνου, βάσσαισί τ ἄρχειν Παλίου Φῆρ ἀγρότερον, νοῦν ἔχοντ ἀνδρῶν φίλον: (Pindar, Odes, pythian odes, pythian 3 1:1)

    (핀다르, Odes, pythian odes, pythian 3 1:1)

  • ξανθὸς δ Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις παῖς ἐὼν ἄθυρε μεγάλα ἔργα, χερσὶ θαμινὰ βραχυσίδαρον ἄκοντα πάλλων, ἴσα τ ἀνέμοις μάχᾳ λεόντεσσιν ἀγροτέροις ἔπρασσεν φόνον, κάπρους τ ἔναιρε, σώματα δὲ παρὰ Κρονίδαν Κένταυρον ἀσθμαίνοντα κόμιζεν, ἑξέτης τὸ πρῶτον, ὅλον δ ἔπειτ ἂν χρόνον: (Pindar, Odes, nemean odes, nemean 3 14:1)

    (핀다르, Odes, nemean odes, nemean 3 14:1)

  • οἱ δ ἀνὰ νῆσον ἐδίνεον, ἐξερέοντες εἴ κέ τιν ἢ κεμάδων, ἢ ἀγροτέρων ἐσίδοιεν αἰγῶν, οἱά῀ τε πολλὰ βαθείῃ βόσκεται ὕλῃ. (Apollodorus, Argonautica, book 2 11:18)

    (아폴로도로스, 아르고나우티카, book 2 11:18)

  • "ἀλλὰ δορκάδας μὲν θηρεύουσι καὶ λαγωοὺς καὶ ἐλάφους ἀγρότερός τις συνεπιθωϋ´σσει καὶ συνεξορμᾷ θεός, εὔχονται δ Ἀρισταίῳ δολοῦντες ὀρύγμασι καὶ βρόχοις λύκους καὶ ἄρκτους, ὃς πρῶτος θήρεσσιν ἔπηξε ποδάγρας: (Plutarch, Amatorius, section 14 1:5)

    (플루타르코스, Amatorius, section 14 1:5)

유의어

  1. 거친

  2. 거친

  3. fond of the chase

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION