헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἅδος

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἅδος

형태분석: ἁδ (어간) + ος (어미)

어원: a)/w satio

  1. 싫증, 질색, 강한 혐오, 혐오
  1. satiety, loathing

곡용 정보

2군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἅδος

싫증이

ά̔δω

싫증들이

ά̔δοι

싫증들이

속격 ά̔δου

싫증의

ά̔δοιν

싫증들의

ά̔δων

싫증들의

여격 ά̔δῳ

싫증에게

ά̔δοιν

싫증들에게

ά̔δοις

싫증들에게

대격 ά̔δον

싫증을

ά̔δω

싫증들을

ά̔δους

싫증들을

호격 ά̔δε

싫증아

ά̔δω

싫증들아

ά̔δοι

싫증들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ἡρόδοτοσ τοῦτ̓ ἐκεῖνο ἥκειν οἱ νομίσασ τὸν καιρόν, οὗ μάλιστα ἐγλίχετο, πλήθουσαν τηρήσασ τὴν πανήγυριν, ἁπανταχόθεν ἤδη τῶν ἀρίστων συνειλεγμένων, παρελθὼν ἐσ τὸν ὀπισθόδομον οὐ θεατήν, ἀλλ̓ ἀγωνιστὴν παρεῖχεν ἑαυτὸν Ὀλυμπίων ᾅδων τὰσ ἱστορίασ καὶ κηλῶν τοὺσ παρόντασ, ἄχρι τοῦ καὶ Μούσασ κληθῆναι τὰσ βίβλουσ αὐτοῦ, ἐννέα καὶ αὐτὰσ οὔσασ. (Lucian, Herodotus 3:1)

    (루키아노스, Herodotus 3:1)

  • πότερόν ποτε οὗτοσ ᾄδων καὶ σκώπτων, ἢ ἄνθρωποσ μὴ γελῶν, ἐν τριβωνίῳ κείμενοσ, εἰσ τὴν γῆν ὁρῶν, ὥσπερ ἐπὶ πένθοσ οὐχὶ συμπόσιον ἥκων; (Lucian, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 51:13)

    (루키아노스, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 51:13)

  • οὔτε δὲ συκοφάντην δέδιασ αὐτὸσ οὔτε λῃστὴν μὴ ὑφέληται τὸ χρυσίον ὑπερβὰσ τὸ θριγκίον ἢ διορύξασ τὸν τοῖχον, οὔτε πράγματα ἔχεισ λογιζόμενοσ ἢ ἀπαιτῶν ἢ τοῖσ καταράτοισ οἰκονόμοισ διαπυκτεύων καὶ πρὸσ τοσαύτασ φροντίδασ μεριζόμενοσ, ἀλλὰ κρηπῖδα συντελέσασ ἑπτὰ ὀβολοὺσ τὸν μισθὸν ἔχων, ἀπαναστὰσ περὶ δείλην ὀψίαν λουσάμενοσ, ἢν δοκῇ, σαπέρδην τινὰ ἢ μαινίδασ ἢ κρομμύων κεφαλίδασ ὀλίγασ πριάμενοσ εὐφραίνεισ σεαυτὸν ᾅδων τὰ πολλὰ καὶ τῇ βελτίστῃ Πενίᾳ προσφιλοσοφῶν. (Lucian, Gallus, (no name) 22:3)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 22:3)

  • κλαύσει νὴ τὸν Διόνυσον οἰμωγὰσ ᾄδων, καὶ ταύτασ ὀμφαλοέσσασ. (Aristophanes, Peace, Episode, dactyls8)

    (아리스토파네스, Peace, Episode, dactyls8)

  • "βαρβαρικὰ ἡμῖν ᾅδων, ποῦ γὰρ ἂν εὑρίσκοιμεν τὸν ζῆλον ἐπὶ τούτου καὶ παρὰ τίνι; (Lucian, Symposium, (no name) 40:2)

    (루키아노스, Symposium, (no name) 40:2)

유의어

  1. 싫증

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION