Ancient Greek-English Dictionary Language

Σικελικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: Σικελικός Σικελική Σικελικόν

Structure: Σικελικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: from Sikeli/a

Sense

  1. Sicilian

Examples

  • καὶ τοῦτο γνοίησ ἂν ἀπὸ τοῦ τέλουσ τῆσ Σικελικῆσ. (Dionysius of Halicarnassus, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 5 1:5)
  • φεύγειν δὲ ὁρμηθέντι αὐτῷ διὰ τῆσ Σικελικῆσ θαλάσσησ Ζεὺσ ἐπέρριψεν Αἴτνην ὄροσ ἐν Σικελίᾳ· (Apollodorus, Library and Epitome, book 1, chapter 6 3:22)
  • ἔστι δ’ ἡ μὲν Λευκανία μεταξὺ τῆσ τε παραλίασ τῆσ Τυρρηνικῆσ καὶ τῆσ Σικελικῆσ, τῆσ μὲν ἀπὸ τοῦ Σιλάριδοσ μέχρι Λάου, τῆσ δ’ ἀπὸ τοῦ Μεταποντίου μέχρι Θουρίων· (Strabo, Geography, Book 6, chapter 1 8:11)

Synonyms

  1. Sicilian

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION