Ancient Greek-English Dictionary Language

Σικελικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: Σικελικός Σικελική Σικελικόν

Structure: Σικελικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: from Sikeli/a

Sense

  1. Sicilian

Examples

  • ὡσ ἀνακύπτειν τὰσ Σικελικὰσ καὶ Συβαριτικὰσ τραπέζασ, ἤδη δὲ καὶ Χίασ. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 46 3:5)
  • καὶ πέντε κλίνασ Σικελικάσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 29 1:8)
  • ἀμέλει δὲ καὶ πίθηκον θρέψαι δεινὸσ καὶ τίτυρον κτήσασθαι καὶ Σικελικὰσ περιστερὰσ καὶ δορκαδείουσ ἀστραγάλουσ καὶ Θουριακὰσ τῶν στρογγύλων ληκύθουσ καὶ βακτηρίασ τῶν σκολιῶν ἐκ Λακεδαίμονοσ καὶ αὐλαίαν ἔχουσαν Πέρσασ ἐνυφασμένουσ, καὶ αὐλίδιον παλαιστριαῖον κόνιν ἔχον καὶ σφαιριστήριον. (Theophrastus, Characters, 9:1)
  • τῶν δὲ συγγραφέων Θεόπομποσ ὁ Χῖοσ ἐν τῇ τῶν Φιλιππικῶν ἱστορίᾳ κατέταξε τρεῖσ βύβλουσ περιεχούσασ Σικελικὰσ πράξεισ· (Diodorus Siculus, Library, book xvi, chapter 70 13:1)
  • πῶσ γὰρ ἐνδέχεται ψιλῶσ αὐτὰσ καθ’ αὑτὰσ ἀναγνόντα τὰσ Σικελικὰσ ἢ τὰσ Ἰβηρικὰσ πράξεισ, γνῶναι καὶ μαθεῖν ἢ τὸ μέγεθοσ τῶν γεγονότων ἢ τὸ συνέχον, τίνι τρόπῳ καὶ τίνι γένει πολιτείασ τὸ παραδοξότατον καθ’ ἡμᾶσ ἔργον ἡ τύχη συνετέλεσε; (Polybius, Histories, book 8, chapter 2 3:1)

Synonyms

  1. Sicilian

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION