헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πηνελόπεια

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πηνελόπεια

형태분석: πηνελοπει (어간) + ᾱ (어미)

어원: Her name is connected with the mythic tale of the web (ph/nh, phni/on), Spinster, v. Od.

  1. Penelope

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὀδύρονται νύ που αὐτὸν Λαέρτησ θ’ ὁ γέρων καὶ ἐχέφρων Πηνελόπεια Τηλέμαχόσ θ’, ὃν ἔλειπε νέον γεγαῶτ’ ἐνὶ οἴκῳ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 16 3:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 16 3:1)

  • ὁ δὴ πολυφωνότατοσ ἁπάντων ποιητῶν Ὅμηροσ, ὅταν μὲν ὡρ́αν ὄψεωσ εὐμόρφου καὶ κάλλοσ ἡδονῆσ ἐπαγωγὸν ἐπιδείξασθαι βούληται, τῶν τε φωνηέντων τοῖσ κρατίστοισ χρήσεται καὶ τῶν ἡμιφώνων τοῖσ μαλακωτάτοισ, καὶ οὐ καταπυκνώσει τοῖσ ἀφώνοισ τὰσ συλλαβὰσ οὐδὲ συγκόψει τοὺσ ἤχουσ παρατιθεὶσ ἀλλήλοισ τὰ δυσέκφορα, πραεῖαν δέ τινα ποιήσει τὴν ἁρμονίαν τῶν γραμμάτων καὶ ῥέουσαν ἀλύπωσ διὰ τῆσ ἀκοῆσ, ὡσ ἔχει ταυτί ἣ δ’ ἰέν ἐκ θαλάμοιο περίφρων Πηνελόπεια Ἀρτέμιδι ἰκέλη ἠὲ χρυσῇ Ἀφροδίτῃ. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1615)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1615)

  • "οὐ μέν τοι γενεήν γε θεοὶ νώνυμνον ὀπίσσω θῆκαν, ἐπεὶ σέ γε τοῖον ἐγείνατο Πηνελόπεια. (Homer, Odyssey, Book 1 20:2)

    (호메로스, 오디세이아, Book 1 20:2)

  • τοῦ δ’ ὑπερωιόθεν φρεσὶ σύνθετο θέσπιν ἀοιδὴν κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια· (Homer, Odyssey, Book 1 29:3)

    (호메로스, 오디세이아, Book 1 29:3)

  • ὀδύρονταί νύ που αὐτὸν Λαέρτησ θ’ ὁ γέρων καὶ ἐχέφρων Πηνελόπεια Τηλέμαχόσ θ’, ὃν ἔλειπε νέον γεγαῶτ’ ἐνὶ οἴκῳ. (Homer, Odyssey, Book 4 12:5)

    (호메로스, 오디세이아, Book 4 12:5)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION