Ancient Greek-English Dictionary Language

ζωτικός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ζωτικός ζωτική ζωτικόν

Structure: ζωτικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: za/w

Sense

  1. full of life, lively, fond of life
  2. true to life, that look of life

Examples

  • "χρόνῳ δὲ κἀκείνασ κατεδέξατο εἰσ αὑτὴν ἡ σελήνη καὶ κατεκόσμησεν, εἶτα τὸν νοῦν αὖθισ ἐπισπείραντοσ τοῦ ἡλίου τῷ ζωτικῷ δεχομένη νέασ ποιεῖ ψυχάσ· (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 3027)
  • μὰ Δί’, ἦ δ’ ὅσ, οὐκ ἄρα πάνδεινον φανεῖται ἡ ἀδικία, εἰ θανάσιμον ἔσται τῷ λαμβάνοντι ‐ ἀπαλλαγὴ γὰρ ἂν εἰή κακῶν ‐ ἀλλὰ μᾶλλον οἶμαι αὐτὴν φανήσεσθαι πᾶν τοὐναντίον τοὺσ ἄλλουσ ἀποκτεινῦσαν, εἴπερ οἱο͂́ν τε, τὸν δ’ ἔχοντα καὶ μάλα ζωτικὸν παρέχουσαν, καὶ πρόσ γ’ ἔτι τῷ ζωτικῷ ἄγρυπνον· (Plato, Republic, book 10 363:1)

Synonyms

  1. full of life

  2. true to life

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION