- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ζωτικός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: zōtikos 고전 발음: [도:띠꼬] 신약 발음: [조띠꼬]

기본형: ζωτικός ζωτική ζωτικόν

형태분석: ζωτικ (어간) + ος (어미)

어원: ζάω

  1. 활발한, 활기찬, 신명이 나는, 씩씩한
  1. full of life, lively, fond of life
  2. true to life, that look of life

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ζωτικός

활발한 (이)가

ζωτική

활발한 (이)가

ζωτικόν

활발한 (것)가

속격 ζωτικοῦ

활발한 (이)의

ζωτικῆς

활발한 (이)의

ζωτικοῦ

활발한 (것)의

여격 ζωτικῷ

활발한 (이)에게

ζωτικῇ

활발한 (이)에게

ζωτικῷ

활발한 (것)에게

대격 ζωτικόν

활발한 (이)를

ζωτικήν

활발한 (이)를

ζωτικόν

활발한 (것)를

호격 ζωτικέ

활발한 (이)야

ζωτική

활발한 (이)야

ζωτικόν

활발한 (것)야

쌍수주/대/호 ζωτικώ

활발한 (이)들이

ζωτικά

활발한 (이)들이

ζωτικώ

활발한 (것)들이

속/여 ζωτικοῖν

활발한 (이)들의

ζωτικαῖν

활발한 (이)들의

ζωτικοῖν

활발한 (것)들의

복수주격 ζωτικοί

활발한 (이)들이

ζωτικαί

활발한 (이)들이

ζωτικά

활발한 (것)들이

속격 ζωτικῶν

활발한 (이)들의

ζωτικῶν

활발한 (이)들의

ζωτικῶν

활발한 (것)들의

여격 ζωτικοῖς

활발한 (이)들에게

ζωτικαῖς

활발한 (이)들에게

ζωτικοῖς

활발한 (것)들에게

대격 ζωτικούς

활발한 (이)들을

ζωτικάς

활발한 (이)들을

ζωτικά

활발한 (것)들을

호격 ζωτικοί

활발한 (이)들아

ζωτικαί

활발한 (이)들아

ζωτικά

활발한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὅτι ἠγνόησε τὸν πλάσαντα αὐτὸν καὶ τὸν ἐμπνεύσαντα αὐτῷ ψυχὴν ἐνεργοῦσαν καὶ ἐμφυσήσαντα πνεῦμα ζωτικόν. (Septuagint, Liber Sapientiae 15:11)

    (70인역 성경, 지혜서 15:11)

  • τινὲς δὲ καὶ τὸ παρ Ὁμήρῳ ζωρότερον δὲ κέραιρε οὐκ ἄκρατον σημαίνειν φασίν, ἀλλὰ θερμόν, ἀπὸ τοῦ ζωτικοῦ καὶ τῆς ζέσεως· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 226)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 226)

  • "χρόνῳ δὲ κἀκείνας κατεδέξατο εἰς αὑτὴν ἡ σελήνη καὶ κατεκόσμησεν, εἶτα τὸν νοῦν αὖθις ἐπισπείραντος τοῦ ἡλίου τῷ ζωτικῷ δεχομένη νέας ποιεῖ ψυχάς: (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 3027)

    (플루타르코스, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 3027)

  • ἐπεὶ δὲ τάδε ἐξήντλησε ἡ νοῦσος, καὶ ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν τὴν ἀχλὺνἕλε, ὁρέουσι τά τε ἐν τῷ ἠέρι, καὶ γυμνῇ τῇ ψυχῇ γίγνονται μάντιες ἀτρεκέες· οἱ δὲ ἐς τοσόνδε λεπτότητος ὑγρῶν καὶ τῆς γνώμης ἀφιγμένοι οὐ μάλα τοι περιγίγνονται, ἐξηερωμ ένης ἤδη τῆς ζωτικῆς δυνάμιος. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 120)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 120)

  • ὃ δὲ μάλιστα ψυχαγωγεῖ διὰ τῆς ὄψεως τοὺς ἀνθρώπους, τὸ ζωτικὸν φαίνεσθαι, πῶς τοῦτο ἐνεργάζῃ τοῖς ἀνδριᾶσιν· (Xenophon, Memorabilia, , chapter 10 8:2)

    (크세노폰, Memorabilia, , chapter 10 8:2)

유의어

  1. 활발한

  2. true to life

관련어

명사

형용사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION