- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ζηλωτής?

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: zēlōtēs 고전 발음: [델:로:떼:] 신약 발음: [젤로떼]

기본형: ζηλωτής ζηλωτοῦ

형태분석: ζηλωτ (어간) + ης (어미)

  1. 경쟁자, 겨루는 사람, 따라하는 사람
  1. emulator, zealous admirer or follower
  2. zealot

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ζηλωτής

경쟁자가

ζηλωτά

경쟁자들이

ζηλωταί

경쟁자들이

속격 ζηλωτοῦ

경쟁자의

ζηλωταῖν

경쟁자들의

ζηλωτῶν

경쟁자들의

여격 ζηλωτῇ

경쟁자에게

ζηλωταῖν

경쟁자들에게

ζηλωταῖς

경쟁자들에게

대격 ζηλωτήν

경쟁자를

ζηλωτά

경쟁자들을

ζηλωτάς

경쟁자들을

호격 ζηλωτά

경쟁자야

ζηλωτά

경쟁자들아

ζηλωταί

경쟁자들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πάντα τε δὴ ταῦτα ζηλωτὰ τοῦ συγγραφέως, καὶ ἔτι πρὸς τούτοις ὅσα φιλοσοφεῖ παρ ὅλην τὴν συγγραφὴν περὶ δικαιοσύνης καὶ εὐσεβείας καὶ τῶν ἄλλων ἀρετῶν πολλοὺς καὶ καλοὺς διεξερχόμενος λόγους. (Dionysius of Halicarnassus, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 6 6:2)

    (디오니시오스, Epistula ad Pompeium Geminum, chapter 6 6:2)

  • οὐχ ὑπομενεῖ πεπραμένον τὸ σῶμα τῆς φερνῆς ἔχων, ὡς Εὐριπίδης φησίν, βραχέα δ ἔχει τὰ ζηλωτὰ καὶ ἀβέβαια. (Plutarch, An vitiositas ad infelicitatem sufficia, section 15)

    (플루타르코스, An vitiositas ad infelicitatem sufficia, section 15)

  • ταῦτα δὴ τὰ Θουκυδίδου ζηλωτὰ ἔργα, καὶ ἀπὸ τούτων τὰ μιμήματα τοῖς ἱστοριογραφοῦσιν ὑποτίθεμαι λαμβάνειν. (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 42 2:3)

    (디오니시오스, , chapter 42 2:3)

  • ἵνα δὲ συνελὼν εἴπω, ἀμφότερα μὲν ἐπ ἴσης ζηλωτὰ εἶναι, τά τε μὴ σαφῶς εἰρημένα ὑπὸ τοῦ συγγραφέως καὶ τὰ προσειληφότα σὺν ταῖς ἄλλαις ἀρεταῖς τὴν σαφήνειαν, οὐκ ἔχει λόγον: (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 55 1:2)

    (디오니시오스, , chapter 55 1:2)

  • εἰ δ ἐστὶν ζηλωτὰ τὰ ἔντιμα ἀγαθά, ἀνάγκη τάς τε ἀρετὰς εἶναι τοιαύτας, καὶ ὅσα τοῖς ἄλλοις ὠφέλιμα καὶ εὐεργετικά τιμῶσι γὰρ τοὺς εὐεργετοῦντας καὶ τοὺς ἀγαθούς, καὶ ὅσων ἀγαθῶν ἀπόλαυσις τοῖς πλησίον ἔστιν, οἱο῀ν πλοῦτος καὶ κάλλος μᾶλλον ὑγιείας. (Aristotle, Rhetoric, Book 2, chapter 11 4:1)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 2, chapter 11 4:1)

유의어

  1. zealot

관련어

명사

형용사

동사

부사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION