- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ψῆττα?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: psētta 고전 발음: [셋:따] 신약 발음: [셋따]

기본형: ψῆττα

형태분석: ψηττ (어간) + α (어미)

  1. 발바닥
  1. a plaice, sole, turbot

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ψῆττα

발바닥이

ψήττα

발바닥들이

ψῆτται

발바닥들이

속격 ψήττης

발바닥의

ψήτταιν

발바닥들의

ψηττῶν

발바닥들의

여격 ψήττῃ

발바닥에게

ψήτταιν

발바닥들에게

ψήτταις

발바닥들에게

대격 ψῆτταν

발바닥을

ψήττα

발바닥들을

ψήττας

발바닥들을

호격 ψῆττα

발바닥아

ψήττα

발바닥들아

ψῆτται

발바닥들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐγὼ δέ γ ἂν κἂν ὡσπερεὶ ψῆτταν δοκῶ δοῦναι ἂν ἐμαυτῆς παρατεμοῦσα θἤμισυ. (Aristophanes, Lysistrata, Prologue 3:24)

    (아리스토파네스, Lysistrata, Prologue 3:24)

  • ταυτὶ σὺ λέγεις ὦ ψῆττα· (Aristophanes, Lysistrata, Prologue 4:2)

    (아리스토파네스, Lysistrata, Prologue 4:2)

  • ψῆττα, βούγλωσσοι εὔτροφοι καὶ ἡδεῖαι. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 52 3:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 52 3:3)

  • βελτίω δ ἐστὶν ἑψόμενα, τῆς δὲ κοιλίας ἐστὶν ἀνωμάλως ὑπακτικά, τὰ δὲ καλούμενα πετραῖα, κωβιοὶ καὶ σκορπίοι καὶ ψῆτται καὶ τὰ ὅμοια, τοῖς τε σώμασιν ἡμῶν ξηράν τε δίδωσι τροφὴν εὐόγκα δ ἐστὶ καὶ τρόφιμα καὶ πέττεται ταχέως καὶ οὐκ ἐγκαταλείπει περιττώματα πολλά πνευμάτων τε οὔκ ἐστι περιποιητικά, γίνεται δ εὐπεπτότερον ἅπαν ὄψον ταῖς σκευασίαις ἁπλῶς ἀρτυθὲν τὰ δὲ πετραῖα καὶ τῇ ἡδονῇ ἁπλῶς σκευασθέντα. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 55 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 55 1:1)

  • θρᾷττα, χελιδών, καρίς, τευθίς, ψῆττα, δρακαινίς, πουλυπόδειον, ὁ σηπία, ὀρφώς, 6 κάραβος , ἔσχαρος, ἀφύαι, βελόναι, κεστρεύς, σκορπίος, ἔγχελυς, ἄρκτος: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 67 4:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 67 4:1)

  • ἰδού τις ἄλλος ὑπόπλατος ὥσπερ ἡμίτομος ἰχθὺς πρόσεισιν, ψῆττά τις, κεχηνὼς εἰς τὸ ἄγκιστρον κατέπιεν, ἔχεται, ἀνεσπάσθω. (Lucian, Piscator, (no name) 49:1)

    (루키아노스, Piscator, (no name) 49:1)

  • ,1 τοὺς δ ὁ Κύκλωψ ἐφίλει καὶ ἐν οὔρεσιν ἐξεπεφύκει πίνας ἦλθε φέρων κατὰ τρύβλια ἠχήεντα, ἃς κατὰ φυκότριχος πέτρης λευκὸν τρέφει ὕδωρ ψῆττά τε χονδροφυὴς καὶ τρίγλη μιλτοπάρῃος. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 12 6:6)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 4, book 4, chapter 12 6:6)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION