헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χοῖνιξ

3군 변화 명사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: χοῖνιξ χοῖνικος

형태분석: χοινικ (어간) + ς (어미)

  1. 빵, 음식
  1. a choenix, a dry, sextarii, quart, choenix, bread
  2. shackle or stocks

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 χοῖνιξ

빵이

χοίνικε

빵들이

χοίνικες

빵들이

속격 χοίνικος

빵의

χοινίκοιν

빵들의

χοινίκων

빵들의

여격 χοίνικι

빵에게

χοινίκοιν

빵들에게

χοίνιξιν*

빵들에게

대격 χοίνικα

빵을

χοίνικε

빵들을

χοίνικας

빵들을

호격 χοῖνιξ

빵아

χοίνικε

빵들아

χοίνικες

빵들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τῇ τε ἱερείᾳ τῇ τῆσ Ἀθηνᾶσ τῆσ ἐν ἀκροπόλει ὑπὲρ τοῦ ἀποθανόντοσ φέρειν χοίνικα κριθῶν καὶ πυρῶν ἑτέραν καὶ ὀβολόν, καὶ ὅτῳ ἂν παιδάριον γένηται, τὸ αὐτὸ τοῦτο. (Aristotle, Economics, Book 2 32:1)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 2 32:1)

  • τοῖσ φίλοισ δὲ ὑμῖν, Σαμίππῳ μὲν εἴκοσι μεδίμνουσ ἐπισήμου χρυσίου παραμετρῆσαι τὸν οἰκονόμον ἐκέλευσα ἄν, Τιμολάῳ δὲ πέντε χοίνικασ, Λυκίνῳ δὲ χοίνικα, ἀπομεμαγμένην καὶ ταύτην, ὅτι λάλοσ ἐστὶ καὶ ἐπισκώπτει μου τὴν εὐχήν. (Lucian, 43:1)

    (루키아노스, 43:1)

  • ὥστε οὐδὲ τὴν χοίνικα ἔτι λήψῃ ἐσ τέλοσ μου τῆσ εὐχῆσ ἐπηρεάζων. (Lucian, 47:4)

    (루키아노스, 47:4)

  • ὡσ Γλύκη κατώμοσεν τὴν ὑστάτην ἥκουσαν οἴνου τρεῖσ χοᾶσ ἡμῶν ἀποτείσειν κἀρεβίνθων χοίνικα. (Aristophanes, Ecclesiazusae, Prologue 2:3)

    (아리스토파네스, Ecclesiazusae, Prologue 2:3)

  • ὦ Κέκροψ ἡρ́ωσ ἄναξ τὰ πρὸσ ποδῶν Δρακοντίδη, περιορᾷσ οὕτω μ’ ὑπ’ ἀνδρῶν βαρβάρων χειρούμενον, οὓσ ἐγὼ ’δίδαξα κλάειν τέτταρ’ ἐσ τὴν χοίνικα; (Aristophanes, Wasps, Choral, trochees 1:6)

    (아리스토파네스, Wasps, Choral, trochees 1:6)

  • ἢ τοίνυν ταῦτα, ὦ Κρόνε, ἀλλάττειν καὶ μεταποιεῖν ἐσ τὸ ἰσοδίαιτον, ἢ τὸ ὕστατον, αὐτούσ γε ἐκείνουσ κελεύειν τοὺσ πλουσίουσ μὴ μόνουσ ἀπολαύειν τῶν ἀγαθῶν, ἀλλὰ ἀπὸ μεδίμνων τοσούτων χρυσίου χοίνικά γε ἡμῶν πάντων κατασκεδάσαι, ἀπὸ δὲ ἱματίων ὅσα κἂν ὑπὸ σητῶν διαβρωθέντα οὐκ ἂν αὐτοὺσ ἀνιάσειε· (Lucian, Saturnalia, letter 1 3:2)

    (루키아노스, Saturnalia, letter 1 3:2)

유의어

  1. shackle or stocks

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION