ὑπόσχεσις
3군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ὑπόσχεσις
ὑπόσχεσεως
형태분석:
ὑποσχεσι
(어간)
+
ς
(어미)
뜻
- 약속, 약혼, 다짐, 전투, 보장, 참가, 맹세
- 직업, 공무
- an undertaking, engagement, promise, a promise, their, its
- a profession
곡용 정보
3군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- τῶν σοφῶν ἐκείνουσ μάλιστα ἔγωγέ φημι δεῖν ἐπαινεῖν, ὁπόσοι μὴ λόγουσ μόνον δεξιοὺσ παρέσχοντο ὑπὲρ τῶν πραγμάτων ἑκάστων, ἀλλὰ καὶ ἔργοισ ὁμοίοισ τὰσ τῶν λόγων ὑποσχέσεισ ἐπιστώσαντο. (Lucian, (no name) 1:1)
(루키아노스, (no name) 1:1)
- νῦν ὁρᾷσ παρὰ τοῦ νεανίσκου ἡλίκα λαμβάνομεν, ὃσ ὀβολὸν μὲν οὐδεπώποτέ σοι δέδωκεν, οὐκ ἐσθῆτα, οὐχ ὑποδήματα, οὐ μύρον, ἀλλὰ προφάσεισ ἀεὶ καὶ ὑποσχέσεισ καὶ μακραὶ ἐλπίδεσ καὶ πολὺ τό, ἐὰν ὁ πατὴρ . (Lucian, Dialogi meretricii, 1:2)
(루키아노스, Dialogi meretricii, 1:2)
- ὁ μέντοι Δρόμων ἔφασκε παιδεραστήν τινα εἶναι τὸν Ἀρισταίνετον καὶ ἐπὶ προφάσει τῶν μαθημάτων συνεῖναι τοῖσ ὡραιοτάτοισ τῶν νέων καὶ ἰδίᾳ λογοποιεῖσθαι πρὸσ τὸν Κλεινίαν ὑποσχέσεισ τινὰσ ὑπισχνούμενον ὡσ ἰσόθεον ἀποφανεῖ αὐτόν. (Lucian, Dialogi meretricii, 4:5)
(루키아노스, Dialogi meretricii, 4:5)
- ὁρᾷ γὰρ ὑμᾶσ τὸν ἅπαντα χρόνον ἐλπίσι κεναῖσ καὶ ψευδέσι λόγοισ ἐξηπατημένουσ ὑφ’ ἑαυτοῦ, καὶ μέχρι τούτου μνημονεύοντασ τὰσ ὑποσχέσεισ μέχρι ἂν ῥηθῶσιν. (Dinarchus, Speeches, 111:2)
(디나르코스, 연설, 111:2)
- ἀλλ’ ὅμωσ οἱ δικασταὶ οὐ πρὸσ τὰσ τοῦ κατηγόρου ὑποσχέσεισ ἀποβλέποντεσ, ἀλλὰ πρὸσ τὸ δίκαιον, ἔγνωσαν ἴδιον εἶναι τὸ μέταλλον, καὶ τῇ αὐτῇ ψήφῳ τάσ τε οὐσίασ αὐτῶν ἐν ἀσφαλείᾳ κατέστησαν, καὶ τὴν ὑπόλοιπον ἐργασίαν τοῦ μετάλλου ἐβεβαίωσαν. (Hyperides, Speeches, 36:1)
(히페레이데스, Speeches, 36:1)