Ancient Greek-English Dictionary Language

τρικόλωνος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: τρικόλωνος τρικόλωνον

Structure: τρικολων (Stem) + ος (Ending)

Etym.: kolw/nh

Sense

  1. three-hilled

Examples

  • Τρικολώνου δὲ ὕστερον ἐπέλαβεν ἐν τῷ δρόμῳ τὸ χρεὼν Ἀριστόμαχόν τε καὶ Πρίαντα, ἔτι δὲ Πελάγοντα καὶ Αἰόλιόν τε καὶ Κρόνιον. (Pausanias, Description of Greece, , chapter 21 19:1)
  • ὠνομάσθησαν δὲ καὶ ἀπὸ Κρώμου Κρῶμοι, καὶ Χαρισία Χαρίσιον ἔχουσα οἰκιστήν, Τρικόλωνοι δὲ ἀπὸ Τρικολώνου, καὶ ἀπὸ μὲν Περαίθου Περαιθεῖσ, Ἀσέα δὲ ἀπὸ Ἀσεάτα καὶ <ἀπὸ Λυκέωσ> Λυκόα καὶ Σουματία ἀπὸ Σουματέωσ· (Pausanias, Description of Greece, , chapter 3 6:2)
  • ταύταισ μὲν δὴ οἱ Λυκάονοσ παῖδεσ ἐγένοντο οἰκισταί, Ζοιτίαν δὲ ἀπωτέρω μὲν Τρικολώνων πέντε που καὶ δέκα σταδίοισ, κειμένην δὲ οὐ κατ’ εὐθὺ ἀλλ’ ἐκ Τρικολώνων ἐν ἀριστερᾷ, Ζοιτέα οἰκίσαι τὸν Τρικολώνου λέγουσι· (Pausanias, Description of Greece, , chapter 35 10:3)
  • Παρωρεὺσ δὲ ὁ νεώτεροσ Τρικολώνου τῶν παίδων Παρωρίαν καὶ οὗτοσ ἔκτισεν, ἀπέχουσαν Ζοιτίασ σταδίουσ δέκα. (Pausanias, Description of Greece, , chapter 35 10:4)

Synonyms

  1. three-hilled

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION