τμῆμα
Third declension Noun; Neuter
자동번역
Transliteration:
Principal Part:
τμῆμα
τμῆματος
Structure:
τμηματ
(Stem)
Sense
- a part cut off, a section, piece
- a cut, incision, wound
Declension
Third declension
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
- ἶριν δ’ εἶναι αὐγὰσ ἀφ’ ὑγρῶν νεφῶν ἀνακεκλασμένασ ἤ, ὡσ Ποσειδώνιόσ φησιν ἐν τῇ Μετεωρολογικῇ, ἔμφασιν ἡλίου τμήματοσ ἢ σελήνησ ἐν νέφει δεδροσισμένῳ, κοίλῳ καὶ συνεχεῖ πρὸσ φαντασίαν, ὡσ ἐν κατόπτρῳ φανταζομένην κατὰ κύκλου περιφέρειαν. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. a'. ZHNWN 152:4)
- Εἂν εὐθεῖα γραμμὴ τμηθῇ, ὡσ ἔτυχεν, τὸ ὑπὸ τῆσ ὅλησ καὶ ἑνὸσ τῶν τμημάτων περιεχόμενον ὀρθογώνιον ἴσον ἐστὶ τῷ τε ὑπὸ τῶν τμημάτων περιεχομένῳ ὀρθογωνίῳ καὶ τῷ ἀπὸ τοῦ προειρημένου τμήματοσ τετραγώνῳ. (Euclid, Elements, book 2, type Prop28)
- Εἂν ἄρα εὐθεῖα γραμμὴ τμηθῇ, ὡσ ἔτυχεν, τὸ ὑπὸ τῆσ ὅλησ καὶ ἑνὸσ τῶν τμημάτων περιεχόμενον ὀρθογώνιον ἴσον ἐστὶ τῷ τε ὑπὸ τῶν τμημάτων περιεχομένῳ ὀρθογωνίῳ καὶ τῷ ἀπὸ τοῦ προειρημένου τμήματοσ τετραγώνῳ· (Euclid, Elements, book 2, type Prop39)
- Εἂν εὐθεῖα γραμμὴ τμηθῇ, ὡσ ἔτυχεν, τὸ ἀπὸ τῆσ ὅλησ καὶ τὸ ἀφ’ ἑνὸσ τῶν τμημάτων τὰ συναμφότερα τετράγωνα ἴσα ἐστὶ τῷ τε δὶσ ὑπὸ τῆσ ὅλησ καὶ τοῦ εἰρημένου τμήματοσ περιεχομένῳ ὀρθογωνίῳ καὶ τῷ ἀπὸ τοῦ λοιποῦ τμήματοσ τετραγώνῳ. (Euclid, Elements, book 2, type Prop112)
Synonyms
-
a cut
- ἐπιτομή (a cutting on the surface, incision)