συντροφία
1군 변화 명사; 여성
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
συντροφία
형태분석:
συντροφι
(어간)
+
ᾱ
(어미)
뜻
- a being reared together, common nurture
- a brood
곡용 정보
1군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- καίπερ εἰ μὴ διὰ τὴν τῆσ συντροφίασ στοργὴν καὶ τῆσ χρείασ, τὸ ζῆν ἀντὶ τούτων ἐστερήθησ. (Septuagint, Liber Maccabees III 5:32)
(70인역 성경, Liber Maccabees III 5:32)
- καὶ αὔξοντεσ σφοδρότερον διὰ τῆσ συντροφίασ καὶ τῆσ καθ’ ἡμέραν συνηθείασ καὶ τῆσ ἄλλησ παιδείασ καὶ τῆσ ἡμετέρασ ἐν νόμῳ Θεοῦ ἀσκήσεωσ. (Septuagint, Liber Maccabees IV 13:22)
(70인역 성경, Liber Maccabees IV 13:22)
- ὧν ὃ μὲν φυσικόσ τέ ἐστι καὶ ἐκ πολλῆσ κατηχήσεωσ καὶ συντροφίασ λαμβανόμενοσ, ὃ δὲ τούτῳ προσεχὴσ ἐκ τῶν τῆσ τέχνησ παραγγελμάτων. (Dionysius of Halicarnassus, De Dinarcho, chapter 7 2:3)
(디오니시오스, De Dinarcho, chapter 7 2:3)
- οἰόνται γὰρ οὐκ ἂν ἐκ τοσῆσδε συντροφίασ καὶ συνηθείασ καὶ οἰκειότητοσ ἐχθροὺσ καὶ πολεμίουσ γενέσθαι μὴ πολλὰ καὶ πονηρὰ συνειδότασ ἀλλήλοισ· (Plutarch, De fraterno amore, section 73)
(플루타르코스, De fraterno amore, section 73)
- πολλάκισ δὲ καὶ τὰ τῶν δούλων παιδάρια τῷ μαστῷ προσιεμένη κατεσκεύαζεν εὔνοιαν ἐκ τῆσ συντροφίασ πρόσ τὸν υἱόν. (Plutarch, Marcus Cato, chapter 20 3:2)
(플루타르코스, Marcus Cato, chapter 20 3:2)