Ancient Greek-English Dictionary Language

συμποτικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: συμποτικός συμποτική συμποτικόν

Structure: συμποτικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: from sumpo/ths

Sense

  1. of or for a sumpo/sion, convivial, jolly, suited for drinking songs, a jolly fellow

Examples

  • "εἰ δὲ πάντων μὲν ὁ Διόνυσοσ Λύσιόσ ἐστι καὶ Λυαῖοσ, μάλιστα δὲ τῆσ γλώττησ ἀφαιρεῖται τὰ χαλινὰ καὶ πλείστην ἐλευθερίαν τῇ φωνῇ δίδωσιν, ἀβέλτερον οἶμαι καὶ ἀνόητον ἐν λόγοισ πλεονάζοντα καιρὸν ἀποστερεῖν τῶν ἀρίστων λόγων, καὶ ζητεῖν μὲν ἐν ταῖσ διατριβαῖσ περὶ συμποτικῶν καθηκόντων καὶ τίσ ἀρετὴ συμπότου καὶ πῶσ οἴνῳ χρηστέον, ἐξ αὐτῶν δὲ τῶν συμποσίων ἀναιρεῖν φιλοσοφίαν ὡσ ἔργῳ βεβαιοῦν ἃ διδάσκει λόγῳ μὴ δυναμένην. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 1, 6:8)
  • ὅθεν καὶ ἡμεῖσ τρίτην δεκάδα ταύτην σοι πεποιήμεθα συμποτικῶν ζητημάτων, τὸ περὶ τῶν στεφάνων πρῶτον ἔχουσαν. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 3, chapter 0 11:1)
  • τῆσ οὖν τετάρτησ τῶν συμποτικῶν ζητημάτων δεκάδοσ ἡμῖν πρῶτον ἔσται τὸ περὶ τῆσ· (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 4, 2:1)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION