헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συμμετρίᾱ

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συμμετρίᾱ συμμετρίας

형태분석: συμμετρι (어간) + ᾱ (어미)

어원: from summetre/w

  1. 대칭, 조화, 일치
  1. commensurability
  2. symmetry, due proportion
  3. a woman's robe without a train

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • λέγω δὲ ἐπὶ κάλλουσ μὲν σωμάτων, τί δή ποτε τοῦτ’ ἐστίν, ὃ καλοῦμεν ὡρ́αν, ἐπὶ κινήσεωσ δὲ μελῶν καὶ πλοκῆσ φθόγγων, τί λέγεται τὸ εὐάρμοστον, ἐπὶ συμμετρίασ δὲ χρόνων, τίσ ἡ τάξισ καὶ τί τὸ εὔρυθμον, καὶ ἐπὶ παντὸσ δὲ συλλήβδην ἔργου τε καὶ πράγματοσ, τίσ ὁ λεγόμενοσ καιρὸσ καὶ ποῦ τὸ μέτριον. (Dionysius of Halicarnassus, chapter 112)

    (디오니시오스, chapter 112)

  • σφαιρίζουσι δὲ παρ’παρ’ Ὁμήρῳ οὐ μόνον ἄνδρεσ ἀλλὰ καὶ γυναῖκεσ, καὶ δίσκοισ δὲ καὶ ἀκοντίοισ μετά τινοσ συμμετρίασ ἐχρῶντο δίσκοισιν τέρποντο καὶ αἰγανέῃσιν ἱέντεσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, book 1, chapter 445)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, book 1, chapter 445)

  • νυνὶ δὲ τἀκόλουθ’ ἀποδοῦναι πειράσομαι, πῶσ ἂν γένοιτο λέξισ πολιτικὴ παρ’ αὐτὴν τὴν σύνθεσιν ἡδύνουσα τὴν ἀκρόασιν κατά τε τὰ μέλη τῶν φθόγγων καὶ κατὰ τὰσ συμμετρίασ τῶν ῥυθμῶν καὶ κατὰ τὰσ ποικιλίασ τῶν μεταβολῶν καὶ κατὰ τὸ πρέπον τοῖσ ὑποκειμένοισ, ἐπειδὴ ταῦθ’ ὑπεθέμην τὰ κεφάλαια. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1147)

    (디오니시오스, De Compositione Verborum, chapter 1147)

  • ὧν, ὡσ ἐοίκεν, ὅτε προτερήσειαν ἔνιοι τῆσ ὡρ́ασ, ἀνακάμπτοντεσ παρὰ τὰσ θύρασ ἀνεπυνθάνοντο τῶν ἐξιόντων παίδων τί τὸ παρακείμενον εἰή καὶ πῶσ ἔχοι τῆσ τοῦ χρόνου συμμετρίασ τὸ ἄριστον. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 15 1:2)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 15 1:2)

  • τούτῳ δέ, τέκνον, πολλὰ κἀγάθ’ οἱ θεοὶ τῷ δημιουργῷ δοῖεν ὃσ ἐποίησέ σε, τῆσ συμμετρίασ καὶ τῆσ ἀφελείασ οὕνεκα. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 65 5:5)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 65 5:5)

유의어

  1. 대칭

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION