헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πώγων

3군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πώγων πώγωνος

형태분석: πωγων (어간)

  1. 턱수염, 수염
  1. beard

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πώγων

턱수염이

πώγωνε

턱수염들이

πώγωνες

턱수염들이

속격 πώγωνος

턱수염의

πωγώνοιν

턱수염들의

πωγώνων

턱수염들의

여격 πώγωνι

턱수염에게

πωγώνοιν

턱수염들에게

πώγωσιν*

턱수염들에게

대격 πώγωνα

턱수염을

πώγωνε

턱수염들을

πώγωνας

턱수염들을

호격 πώγων

턱수염아

πώγωνε

턱수염들아

πώγωνες

턱수염들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πᾶσαν κεφαλὴν ἐν παντὶ τόπῳ ξυρηθήσονται, καὶ πᾶσ πώγων ξυρηθήσεται, καὶ πᾶσαι χεῖρεσ κόψονται, καὶ ἐπὶ πάσησ ὀσφύοσ σάκκοσ. (Septuagint, Liber Ieremiae 31:37)

    (70인역 성경, 예레미야서 31:37)

  • καὶ ἁπανταχοῦ πώγων βαθὺσ καὶ βιβλίον ἐν τῇ ἀριστερᾷ, καὶ πάντεσ ὑπὲρ σοῦ φιλοσοφοῦσι, μεστοὶ δὲ οἱ περίπατοι κατὰ ἴλασ καὶ φάλαγγασ ἀλλήλοισ ἀπαντώντων, καὶ οὐδεὶσ ὅστισ οὐ τρόφιμοσ τῆσ ἀρετῆσ εἶναι δοκεῖν βούλεται. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 6:3)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 6:3)

  • ὁ γοῦν πώγων μάλα τραγικὸσ ἦν ἐσ ὑπερβολὴν κουριῶν. (Lucian, Gallus, (no name) 10:2)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 10:2)

  • ὦ θερμόβουλον πρωκτὸν ἐξυρημένε, τοιόνδε γ’ ὦ πίθηκε τὸν πώγων’ ἔχων εὐνοῦχοσ ἡμῖν ἦλθεσ ἐσκευασμένοσ; (Aristophanes, Acharnians, Prologue 4:23)

    (아리스토파네스, Acharnians, Prologue 4:23)

  • ἔπειτα πολιόσ εἰμι καὶ πώγων’ ἔχω, σὺ δ’ εὐπρόσωποσ λευκὸσ ἐξυρημένοσ γυναικόφωνοσ ἁπαλὸσ εὐπρεπὴσ ἰδεῖν. (Aristophanes, Thesmophoriazusae, Prologue, iambics 1:29)

    (아리스토파네스, Thesmophoriazusae, Prologue, iambics 1:29)

유의어

  1. 턱수염

관련어

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION