προδοσία
1군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
προδοσία
형태분석:
προδοσι
(어간)
+
ᾱ
(어미)
뜻
- 배반, 배신, 반역, 탄로
- a giving up, betrayal, treason
곡용 정보
1군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ὁ δὲ Πτολεμαῖοσ ὡσ ἂν καὶ τἆλλα οὐ κάρτα φρενήρησ τισ ὤν, ἀλλ’ ἐν κολακείᾳ δεσποτικῇ τεθραμμένοσ, οὕτωσ ἐξεκαύθη καὶ συνεταράχθη πρὸσ τῆσ παραδόξου ταύτησ διαβολῆσ, ὥστε μηδὲν τῶν εἰκότων λογισάμενοσ, μηδ’ ὅτι ἀντίτεχνοσ ἦν ὁ διαβάλλων μηδ’ ὅτι μικρότεροσ ἢ κατὰ τηλικαύτην προδοσίαν ζωγράφοσ, καὶ ταῦτα εὖ πεπονθὼσ ὑπ’ αὐτοῦ καὶ παρ’ ὁντινοῦν τῶν ὁμοτέχνων, τετιμημένοσ, ἀλλ’ οὐδὲ τὸ παράπαν εἰ ἐξέπλευσεν Ἀπελλῆσ ἐσ Τύρον ἐξετάσασ, εὐθὺσ ἐξεμήνιεν καὶ βοῆσ ἐνεπίμπλα τὰ βασίλεια τὸν ἀχάριστον κεκραγὼσ καὶ τὸν ἐπίβουλον καὶ συνωμότην. (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 3:1)
(루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 3:1)
- ἢ νεωρίων προδοσίαν ἢ ἀρχείων ἐμπυρισμὸν ἢ κατάληψιν ἄκρασ ὁ Εὔ[φημοσ][πρ]ῶτον[ἐπε]ιδὴ ἐτε[λεύτησεν ἐκ]εῖνοσροσ ὁ Φλυ[εύσ,]ἐξ αὐτοῦ ὅτι ἡ γυνὴτον καὶ τοατο ἐκεῖνοσ [κυοῦ]σαν τὴν γυνα[ῖκα ἐξ] αὑτοῦ καταλέ[λοιπε]ν, οὐ παρὰ τοὺσ ν[όμο]υσ γενόμενον. (Hyperides, Speeches, 4:1)
(히페레이데스, Speeches, 4:1)
- ἥ με προύδωκεν ‐ καλήν γε προδοσίαν, δίκαια δρᾶν. (Euripides, Helen, episode, trochees15)
(에우리피데스, Helen, episode, trochees15)
- ὁ δ’ αὐτόθεν ἀναρρίψασ τὸν περὶ τῶν μεγίστων κίνδυνον ἐπανέστη τε Ταρκυνίοισ καὶ τὴν προδοσίαν ἐφώρασε· (Plutarch, Comparison of Solon and Publicola, chapter 4 2:1)
(플루타르코스, Comparison of Solon and Publicola, chapter 4 2:1)
- ἐπισχεῖν δὲ τοῦ πλήθουσ κελεύοντοσ ἐπείσθησαν προσδοκῶντεσ, ἐπειδὰν ὁμολογήσω πρὸσ αὐτοὺσ τὰ χρήματα τῷ βασιλεῖ τετηρηκέναι, ὡσ ὡμολογηκότα τὴν προδοσίαν ἀναιρήσειν. (Flavius Josephus, 168:2)
(플라비우스 요세푸스, 168:2)