헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πολιορκία

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πολιορκία

형태분석: πολιορκι (어간) + ᾱ (어미)

  1. 포위
  1. a besieging, siege
  2. a besieging, pestering

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πολιορκία

포위가

πολιορκίᾱ

포위들이

πολιορκίαι

포위들이

속격 πολιορκίᾱς

포위의

πολιορκίαιν

포위들의

πολιορκιῶν

포위들의

여격 πολιορκίᾱͅ

포위에게

πολιορκίαιν

포위들에게

πολιορκίαις

포위들에게

대격 πολιορκίᾱν

포위를

πολιορκίᾱ

포위들을

πολιορκίᾱς

포위들을

호격 πολιορκίᾱ

포위야

πολιορκίᾱ

포위들아

πολιορκίαι

포위들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἅμα δὲ τούτοισ πραττομένοισ κατὰ μὲν τὴν Ἰταλίαν Ῥωμαίων διαπολεμούντων τὸν πρὸσ Σαμνίτασ πόλεμον συνεχεῖσ ἐγίνοντο προνομαὶ τῆσ χώρασ καὶ πολιορκίαι πόλεων καὶ δυνάμεων ἐν ὑπαίθρῳ στρατοπεδεῖαι· (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 19, chapter 101 1:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, Books XVIII-XX, book 19, chapter 101 1:1)

  • μάχαι δὲ καὶ ἀκροβολίαι καὶ πολιορκίαι καὶ πολέμων ἰδέαι πᾶσαι κατὰ τὴν Ἰταλίαν ἀθρόαι τε καὶ κατὰ μέρη τοῖσ στρατηγοῖσ ἐγένοντο πολλαί, καὶ πᾶσαι διαφανεῖσ. (Appian, The Civil Wars, book 1, chapter 9 9:6)

    (아피아노스, The Civil Wars, book 1, chapter 9 9:6)

  • αἱ μὲν γὰρ τῶν πόλεων πολιορκίαι καὶ παρατάξεισ καὶ τὰ ἄλλα τὰ κατὰ τὸν πόλεμον προτερήματα τὰ πλείονα διὰ τύχην ἢ δι’ ἀρετὴν ἐπιτυγχάνεται, ὁ δ’ ἐν ταῖσ ἐξουσίαισ εἰσ τοὺσ ἐπταικότασ ἔλεοσ μεριζόμενοσ διὰ μόνησ τῆσ φρονήσεωσ γίνεται. (Diodorus Siculus, Library, book xvii, chapter 38 5:1)

    (디오도로스 시켈로스, Library, book xvii, chapter 38 5:1)

관련어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION