πεῖ?
Noun;
고유
Transliteration: pei
Principal Part:
πεῖ
Sense
- pi, the letter π (p), Π (P)
- ἀρετὰ δ ἐπίμοχθος μέν, τε]λευταθεῖσα δ ὀρθῶς ἀνδρὶ κ]αὶ εὖτε θάνῃ λεί- πει πο]λυζήλωτον εὐκλείας ἄγαλμα. (Bacchylides, , epinicians, ode 1 17:2)
- φρένα δ εὐθύδικον ἀτρέμ ἀμπαύσας μεριμνᾶν δεῦρ ἐπάθρησον νόῳ, ᾗ σὺν Χαρίτεσσι βαθυζώνοις ὑφάνας ὕμνον ἀπὸ ζαθέας νάσου ξένος ὑμετέραν πέμ- πει κλεεννὰν ἐς πόλιν, χρυσάμπυκος Οὐρανίας κλει- νὸς θεράπων: (Bacchylides, , epinicians, ode 5 1:2)
- ὅθεν φόνῳ φόνος ἐξαμεί- βων δι αἵματος οὐ προλεί- πει δισσοῖσιν Ἀτρείδαις. (Euripides, choral, strophe 12)
- τὸ ἄλφα, βῆτα, γάμμα, δέλτα, θεοῦ γὰρ εἶ, ζῆτ, ἦτα, θῆτ, ἰῶτα, β κάππα, λάβδα, μῦ, νῦ, ξεῖ, τὸ οὖ, πεῖ, ῥῶ, τὸ σίγμα, ταῦ, τὸ ὖ, παρὸν φεῖ χεῖ τε τῷ ψεῖ εἰς τὸ ὦ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 10, book 10, chapter 79 1:1)
- ἔμαθον δ εὐρυπόροι- ο θαλάσσας πολιαι- νομένας πνεύματι λάβρῳ ἐσορᾶν πόντιον ἄλσος, πίσυνοι λεπτοδόμοις πεί- σμασι λα- οπόροις τε μαχαναῖς. (Aeschylus, Persians, choral, antistrophe 31)
Synonyms
-
pi
- γράμμα (letter)
- νῦ (The letter nu .)
- ξεῖ (xi, the name of the letter Ξ , ξ )
- ἐπένθεσις ( Insertion of a letter)
- ἐπιστολή (message, letter)
- γραμματηφόρος (a letter-carrier)
- δέλτα (delta, the letter Δ, δ)
- βῆτα (beta, the letter Β , β )
- ῥῶ (rho, the letter Ρ , ρ )
- γάμμα (gamma, the letter Γ, γ)
- ζῆτα (zeta, the letter Ζ /ζ )