Ancient Greek-English Dictionary Language

μεσημβρινός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: μεσημβρινός μεσημβρινή μεσημβρινόν

Structure: μεσημβριν (Stem) + ος (Ending)

Etym.: for meshmerino/s

Sense

  1. belonging to noon, about noon, noontide, noon-day, noon
  2. southern

Declension

First/Second declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • διανείμαντεσ δὲ σφᾶσ αὐτοὺσ εἰσ τρία μέρη τριχῆ στρατοπεδεύονται, πρόσ τε τῷ βορείῳ τοῦ ἱεροῦ κλίματι καὶ πρὸσ τῷ μεσημβρινῷ κατὰ τὸν ἱππόδρομον, ἡ δὲ τρίτη μοῖρα πρὸσ τοῖσ βασιλείοισ κατὰ δύσιν. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 58:1)
  • τούτῳ δὴ χρῆται μέτρῳ πρὸσ τὰ διαστήματα [τὰ] ἐν τῷ λεχθέντι διὰ Μερόησ μεσημβρινῷ λαμβάνεσθαι μέλλοντα. (Strabo, Geography, book 2, chapter 5 68:9)
  • τῷ δὲ λεχθέντι μεσημβρινῷ παράλληλόσ πωσ παράκειται ἑώθεν ὁ Ἀράβιοσ κόλποσ· (Strabo, Geography, book 2, chapter 5 70:5)
  • κατὰ δὲ τὴν παραλίαν ταύτην τῶν Κυπαρισσιέων πελάγιαι πρόκεινται δύο νῆσοι προσαγορευόμεναι Στροφάδεσ, τετρακοσίουσ ἀπέχουσαι μάλιστά πωσ τῆσ ἠπείρου σταδίουσ ἐν τῷ Λιβυκῷ καὶ μεσημβρινῷ πελάγει. (Strabo, Geography, Book 8, chapter 4 4:7)

Synonyms

  1. southern

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION