- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μελάγχρως?

3군 변화 명사; 남/여성 로마알파벳 전사: melanchrōs 고전 발음: [멜랑로:] 신약 발음: [맬랑]

기본형: μελάγχρως μελάγχρωτος

형태분석: μελαγχρωτ (어간) + ς (어미)

어원: = μελάγχρους, Eur., Plat.

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀμπτάμενος οὐράνιον ὑψιπετὲς ἐς μέλαθρον, Ωἀρίων ἢ Σείριος ἔνθα πυρὸς φλογέας ἀφίη- σιν ὄσσων αὐγάς, ἢ τὸν ἐς Αἴδα μελάγχρωτα πορθμὸν ᾄξω τάλας· (Euripides, Hecuba, episode, lyric13)

    (에우리피데스, Hecuba, episode, lyric13)

  • αἰαῖ, δρομάδες ὦ πτεροφόροι ποτνιάδες θεαί, ἀβάκχευτον αἳ θίασον ἐλάχετ ἐν δάκρυσι καὶ γόοις, μελάγχρωτες εὐμενίδες, αἵτε τὸν ταναὸν αἰθέρ ἀμπάλλεσθ, αἵματος τινύμεναι δίκαν, τινύμεναι φόνον, καθικετεύομαι καθικετεύομαι, τὸν Ἀγαμέμνονος γόνον ἐάσατ ἐκλαθέσθαι λύσσας μανιάδος φοιταλέου. (Euripides, choral, strophe 11)

    (에우리피데스, choral, strophe 11)

  • ὁ δ αὖ σκολιός, πολύς, εἰκῇ συμπεφορημένος, κρατεραύχην, βραχυτράχηλος, σιμοπρόσωπος, μελάγχρως, γλαυκόμματος, ὕφαιμος, ὕβρεως καὶ ἀλαζονείας ἑταῖρος, περὶ ὦτα λάσιος, κωφός, μάστιγι μετὰ κέντρων μόγις ὑπείκων. (Plato, Parmenides, Philebus, Symposium, Phaedrus, 185:1)

    (플라톤, Parmenides, Philebus, Symposium, Phaedrus, 185:1)

관련어

명사

형용사

동사

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION