- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κόλλα?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: kolla 고전 발음: [꼴라] 신약 발음: [꼴라]

기본형: κόλλα κόλλης

형태분석: κολλ (어간) + α (어미)

  1. 풀, 접착제
  1. glue
  2. flour paste

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κόλλα

풀이

κόλλα

풀들이

κόλλαι

풀들이

속격 κόλλης

풀의

κόλλαιν

풀들의

κολλῶν

풀들의

여격 κόλλῃ

풀에게

κόλλαιν

풀들에게

κόλλαις

풀들에게

대격 κόλλαν

풀을

κόλλα

풀들을

κόλλας

풀들을

호격 κόλλα

풀아

κόλλα

풀들아

κόλλαι

풀들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐκλεξάμενος τέκτων ξύλον ἔστησεν αὐτὸ ἐν μέτρῳ καὶ ἐν κόλλῃ ἐρρύθμισεν αὐτὸ καὶ ἐποίησεν αὐτὸ ὡς μορφὴν ἀνδρὸς καὶ ὡς ὡραιότητα ἀνθρώπου στῆσαι αὐτὸ ἐν οἴκῳ. (Septuagint, Liber Isaiae 44:13)

    (70인역 성경, 이사야서 44:13)

  • τρίτον ἄλλο πρὸς τούτοις ἄκουσον τιτάνου γὰρ εἰς κόλλαν ἐμβαλὼν ᾗ κολλῶσι τὰ βιβλία, καὶ κηρὸν ἐκ τούτου ποιήσας, ἔτι ὑγρὸν ὄντα ἐπετίθει τῇ σφραγῖδι καὶ ἀφελών - αὐτίκα δὲ ξηρὸν γίγνεται καὶ κέρατος, μᾶλλον δὲ σιδήρου παγιώτερον - τούτῳ ἐχρῆτο πρὸς τὸν τύπον. (Lucian, Alexander, (no name) 21:10)

    (루키아노스, Alexander, (no name) 21:10)

  • οὐ γὰρ ἀκονῶν ξίφος οὐδὲ λόγχην χαράττων οὐδὲ λαμπρύνων κράνος οὐδὲ στρατευόμενος οὐδ ἐρέττων, ἀλλ ἀντίθετα καὶ πάρισα καὶ ὁμοιόπτωτα κολλῶν καὶ συντιθείς, μονονοὺ κολαπτῆρσι καὶ ξυστῆρσι τὰς περιόδους ἀπολεαίνων καὶ ῥυθμίζων ἐγήρασε. (Plutarch, De gloria Atheniensium, section 8 2:2)

    (플루타르코스, De gloria Atheniensium, section 8 2:2)

  • "καίτοι ὁ μὲν Ἐμπεδοκλῆς τὰ στοιχεῖα κολλῶν καὶ συναρμόττων θερμότησι καὶ μαλακότησι καὶ ὑγρότησι μῖξιν αὐτοῖς καὶ συμφυϊάν ἑνωτικὴν ἁμωσγέπως ἐνδίδωσιν: (Plutarch, Adversus Colotem, section 10 1:8)

    (플루타르코스, Adversus Colotem, section 10 1:8)

  • τὰ γὰρ εἰς λα λήγοντα θηλυκὰ πρὸ τοῦ λ ἕτερον λ ἔχει, Σκύλλα, σκίλλα, κόλλα, βδέλλα, ἅμιλλα, ἄμαλλα: (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 71 1:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 71 1:1)

  • κολλᾷ τε σταδίων θαλάμων ταχέως ὑψίγυιον ἄλσος, ἀπ ἀμαχανίας ἄγων ἐς φάος τόνδε δᾶμον ἀστῶν: (Pindar, Odes, olympian odes, olympian 5 8:1)

    (핀다르, Odes, olympian odes, olympian 5 8:1)

  • Μοῖσά τοι κολλᾷ χρυσὸν ἔν τε λευκὸν ἐλέφανθ ἁμᾷ καὶ λείριον ἄνθεμον ποντίας ὑφελοῖς ἐέρσας. (Pindar, Odes, nemean odes, nemean 7 22:5)

    (핀다르, Odes, nemean odes, nemean 7 22:5)

  • τὸ δὲ ἀπὸ τῶν νεύρων καὶ σαρκῶν ἀπιὸν αὖ γλίσχρον καὶ λιπαρὸν ἅμα μὲν τὴν σάρκα κολλᾷ πρὸς τὴν τῶν ὀστῶν φύσιν αὐτό τε τὸ περὶ τὸν μυελὸν ὀστοῦν τρέφον αὔξει, τὸ δ αὖ διὰ τὴν πυκνότητα τῶν ὀστῶν διηθούμενον καθαρώτατον γένος τῶν τριγώνων λειότατόν τε καὶ λιπαρώτατον, λειβόμενον ἀπὸ τῶν ὀστῶν καὶ στάζον, ἄρδει τὸν μυελόν. (Plato, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 428:1)

    (플라톤, Hippias Major, Hippias Minor, Ion, Menexenus, Cleitophon, Timaeus, Critias, Minos, Epinomis, 428:1)

  • ἐν γὰρ ταῖς φιλίαις ἐὰν μὲν πόθος ἐνῇ τις, κολλᾷ καὶ συνδεῖ πάντα ἤθη: (Plato, Laws, book 6 176:1)

    (플라톤, Laws, book 6 176:1)

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION