헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κεφαλή

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κεφαλή κεφαλῆς

형태분석: κεφαλ (어간) + η (어미)

  1. 머리, 장
  1. head
  2. a person's life (often in the sense of being in danger, similar to the English idiom "head is on the line").
  3. the top-most part
  4. the most important part
  5. (as in Byzantine Greek) a provincial governor

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 κεφαλή

머리가

κεφαλᾱ́

머리들이

κεφαλαί

머리들이

속격 κεφαλῆς

머리의

κεφαλαῖν

머리들의

κεφαλῶν

머리들의

여격 κεφαλῇ

머리에게

κεφαλαῖν

머리들에게

κεφαλαῖς

머리들에게

대격 κεφαλήν

머리를

κεφαλᾱ́

머리들을

κεφαλᾱ́ς

머리들을

호격 κεφαλή

머리야

κεφαλᾱ́

머리들아

κεφαλαί

머리들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οἱ δὲ Λευῖται ἐπιθήσουσι τὰσ χεῖρασ ἐπὶ τὰσ κεφαλὰσ τῶν μόσχων, καὶ ποιήσεισ τὸν ἕνα περὶ ἁμαρτίασ καὶ τὸν ἕνα εἰσ ὁλοκαύτωμα Κυρίῳ ἐξιλάσασθαι περὶ αὐτῶν. (Septuagint, Liber Numeri 8:12)

    (70인역 성경, 민수기 8:12)

  • καὶ διέρρηξεν Ἰησοῦσ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, καὶ ἔπεσεν Ἰησοῦσ ἐπὶ τὴν γῆν ἐπὶ πρόσωπον ἐναντίον Κυρίου ἕωσ ἑσπέρασ, αὐτὸσ καὶ οἱ πρεσβύτεροι Ἰσραήλ, καὶ ἐπεβάλοντο χοῦν ἐπὶ τὰσ κεφαλὰσ αὐτῶν. (Septuagint, Liber Iosue 7:6)

    (70인역 성경, 여호수아기 7:6)

  • καὶ ἔθηκαν αὐτῷ οἱ ἄνδρεσ Σικίμων ἐνεδρεύοντασ ἐπὶ τὰσ κεφαλὰσ τῶν ὀρέων καὶ διήρπαζον πάντα, ὃσ παρεπορεύετο ἐπ̓ αὐτοὺσ ἐν τῇ ὁδῷ. καὶ ἀπηγγέλη τῷ βασιλεῖ Ἀβιμέλεχ. (Septuagint, Liber Iudicum 9:25)

    (70인역 성경, 판관기 9:25)

  • καὶ δύο ἐπιθέματα ἐποίησε δοῦναι ἐπὶ τὰσ κεφαλὰσ τῶν στύλων, χωνευτὰ χαλκᾶ. πέντε πήχεισ τὸ ὕψοσ τοῦ ἐπιθέματοσ τοῦ ἑνόσ, καὶ πέντε πήχεισ τὸ ὕψοσ τοῦ ἐπιθέματοσ τοῦ δευτέρου. (Septuagint, Liber I Regum 7:4)

    (70인역 성경, 열왕기 상권 7:4)

  • καὶ εἶπε τοῖσ παισὶν αὐτοῦ. οἶδα ὅτι βασιλεῖσ Ἰσραὴλ βασιλεῖσ ἐλέουσ εἰσίν. ἐπιθώμεθα δὴ σάκκουσ ἐπὶ τὰσ ὀσφύασ ἡμῶν καὶ σχοινία ἐπὶ τὰσ κεφαλὰσ ἡμῶν καὶ ἐξέλθωμεν πρὸσ βασιλέα Ἰσραήλ, εἴ πωσ ζωογονήσει τὰσ ψυχὰσ ἡμῶν. (Septuagint, Liber I Regum 21:31)

    (70인역 성경, 열왕기 상권 21:31)

유의어

  1. 머리

  2. a person's life

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION