헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κατάρατος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κατάρατος κατάρατον

형태분석: καταρατ (어간) + ος (어미)

어원: katara/omai

  1. 저주 받은, 진저리나는, 망할
  1. accursed, abominable

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 κατάρατος

저주 받은 (이)가

κατάρατον

저주 받은 (것)가

속격 καταράτου

저주 받은 (이)의

καταράτου

저주 받은 (것)의

여격 καταράτῳ

저주 받은 (이)에게

καταράτῳ

저주 받은 (것)에게

대격 κατάρατον

저주 받은 (이)를

κατάρατον

저주 받은 (것)를

호격 κατάρατε

저주 받은 (이)야

κατάρατον

저주 받은 (것)야

쌍수주/대/호 καταράτω

저주 받은 (이)들이

καταράτω

저주 받은 (것)들이

속/여 καταράτοιν

저주 받은 (이)들의

καταράτοιν

저주 받은 (것)들의

복수주격 κατάρατοι

저주 받은 (이)들이

κατάρατα

저주 받은 (것)들이

속격 καταράτων

저주 받은 (이)들의

καταράτων

저주 받은 (것)들의

여격 καταράτοις

저주 받은 (이)들에게

καταράτοις

저주 받은 (것)들에게

대격 καταράτους

저주 받은 (이)들을

κατάρατα

저주 받은 (것)들을

호격 κατάρατοι

저주 받은 (이)들아

κατάρατα

저주 받은 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἴληφά σε, ὦ κατάρατε. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 13:4)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 13:4)

  • Σκόπει, ὦ κατάρατε, εἰ μικρά, ὃσ ἐμοὶ μὲν οὕτωσ ἐντρυφᾷσ, ὥστε οὐδέν ἐστιν ὃ μὴ πεποίηκάσ με, σάτυρον, ταῦρον, χρυσόν, κύκνον, αἰετόν· (Lucian, Dialogi deorum, 2:2)

    (루키아노스, Dialogi deorum, 2:2)

  • καὶ πῶσ ὦ κατάρατε λύκοσ ποτ’ ἂν οἶν ὑμεναιοῖ; (Aristophanes, Peace, Lyric-Scene, dactyls9)

    (아리스토파네스, Peace, Lyric-Scene, dactyls9)

  • σοί γ’ ὦ κατάρατε σιωπῶ ’γώ, καὶ ταῦτα κάλυμμα φορούσῃ περὶ τὴν κεφαλήν; (Aristophanes, Lysistrata, Agon, epirrheme70)

    (아리스토파네스, Lysistrata, Agon, epirrheme70)

  • εἰπὲ οὖν μοι, οὐ δοκοῦσί σοι, ὦ κατάρατε, προνοεῖν οἱ θεοὶ οὐδαμῶσ. (Lucian, Juppiter trageodeus, (no name) 36:2)

    (루키아노스, Juppiter trageodeus, (no name) 36:2)

유의어

  1. 저주 받은

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION