헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καταναίω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: καταναίω

형태분석: κατα (접두사) + ναί (어간) + ω (인칭어미)

  1. 살다, 잡다, 마무르다, 거주하다, 결말짓다
  1. to make to dwell, settle, to take up one's abode, dwell

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταναίω

(나는) 산다

καταναίεις

(너는) 산다

καταναίει

(그는) 산다

쌍수 καταναίετον

(너희 둘은) 산다

καταναίετον

(그 둘은) 산다

복수 καταναίομεν

(우리는) 산다

καταναίετε

(너희는) 산다

καταναίουσιν*

(그들은) 산다

접속법단수 καταναίω

(나는) 살자

καταναίῃς

(너는) 살자

καταναίῃ

(그는) 살자

쌍수 καταναίητον

(너희 둘은) 살자

καταναίητον

(그 둘은) 살자

복수 καταναίωμεν

(우리는) 살자

καταναίητε

(너희는) 살자

καταναίωσιν*

(그들은) 살자

기원법단수 καταναίοιμι

(나는) 살기를 (바라다)

καταναίοις

(너는) 살기를 (바라다)

καταναίοι

(그는) 살기를 (바라다)

쌍수 καταναίοιτον

(너희 둘은) 살기를 (바라다)

καταναιοίτην

(그 둘은) 살기를 (바라다)

복수 καταναίοιμεν

(우리는) 살기를 (바라다)

καταναίοιτε

(너희는) 살기를 (바라다)

καταναίοιεν

(그들은) 살기를 (바라다)

명령법단수 καταναίε

(너는) 살아라

καταναιέτω

(그는) 살아라

쌍수 καταναίετον

(너희 둘은) 살아라

καταναιέτων

(그 둘은) 살아라

복수 καταναίετε

(너희는) 살아라

καταναιόντων, καταναιέτωσαν

(그들은) 살아라

부정사 καταναίειν

사는 것

분사 남성여성중성
καταναιων

καταναιοντος

καταναιουσα

καταναιουσης

καταναιον

καταναιοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 καταναίομαι

(나는) 살려진다

καταναίει, καταναίῃ

(너는) 살려진다

καταναίεται

(그는) 살려진다

쌍수 καταναίεσθον

(너희 둘은) 살려진다

καταναίεσθον

(그 둘은) 살려진다

복수 καταναιόμεθα

(우리는) 살려진다

καταναίεσθε

(너희는) 살려진다

καταναίονται

(그들은) 살려진다

접속법단수 καταναίωμαι

(나는) 살려지자

καταναίῃ

(너는) 살려지자

καταναίηται

(그는) 살려지자

쌍수 καταναίησθον

(너희 둘은) 살려지자

καταναίησθον

(그 둘은) 살려지자

복수 καταναιώμεθα

(우리는) 살려지자

καταναίησθε

(너희는) 살려지자

καταναίωνται

(그들은) 살려지자

기원법단수 καταναιοίμην

(나는) 살려지기를 (바라다)

καταναίοιο

(너는) 살려지기를 (바라다)

καταναίοιτο

(그는) 살려지기를 (바라다)

쌍수 καταναίοισθον

(너희 둘은) 살려지기를 (바라다)

καταναιοίσθην

(그 둘은) 살려지기를 (바라다)

복수 καταναιοίμεθα

(우리는) 살려지기를 (바라다)

καταναίοισθε

(너희는) 살려지기를 (바라다)

καταναίοιντο

(그들은) 살려지기를 (바라다)

명령법단수 καταναίου

(너는) 살려져라

καταναιέσθω

(그는) 살려져라

쌍수 καταναίεσθον

(너희 둘은) 살려져라

καταναιέσθων

(그 둘은) 살려져라

복수 καταναίεσθε

(너희는) 살려져라

καταναιέσθων, καταναιέσθωσαν

(그들은) 살려져라

부정사 καταναίεσθαι

살려지는 것

분사 남성여성중성
καταναιομενος

καταναιομενου

καταναιομενη

καταναιομενης

καταναιομενον

καταναιομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κατέναιον

(나는) 살고 있었다

κατέναιες

(너는) 살고 있었다

κατέναιεν*

(그는) 살고 있었다

쌍수 κατεναίετον

(너희 둘은) 살고 있었다

κατεναιέτην

(그 둘은) 살고 있었다

복수 κατεναίομεν

(우리는) 살고 있었다

κατεναίετε

(너희는) 살고 있었다

κατέναιον

(그들은) 살고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κατεναιόμην

(나는) 살려지고 있었다

κατεναίου

(너는) 살려지고 있었다

κατεναίετο

(그는) 살려지고 있었다

쌍수 κατεναίεσθον

(너희 둘은) 살려지고 있었다

κατεναιέσθην

(그 둘은) 살려지고 있었다

복수 κατεναιόμεθα

(우리는) 살려지고 있었다

κατεναίεσθε

(너희는) 살려지고 있었다

κατεναίοντο

(그들은) 살려지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τοῦ δὲ θέρουσ διελθόντοσ, ἐπεὶ τοὺσ Συρακουσίουσ ἐπυνθάνετο προτέρουσ ἐπ’ αὐτοὺσ ἀφίξεσθαι τεθαρρηκότασ, οἱ δ’ ἱππεῖσ ὕβρει προσελαύνοντεσ ἤδη πρὸσ τὸ στρατόπεδον ἠρώτων εἰ Καταναίοισ συνοικήσοντεσ ἢ Λεοντίνουσ κατοικιοῦντεσ ἥκουσι, μόλισ ὁ Νικίασ ὡρ́μησε πλεῖν ἐπὶ Συρακούσασ. (Plutarch, , chapter 16 1:1)

    (플루타르코스, , chapter 16 1:1)

  • ἐλθόντοσ δὲ τοῦ Καταναίου πρὸσ τοὺσ ἡγεμόνασ τῶν Συρακοσίων καὶ δηλώσαντοσ τὰ προειρημένα, πιστεύσαντεσ περὶ τούτων οἱ στρατηγοὶ συνετάξαντο νύκτα καθ’ ἣν ἐξάξουσι τὴν δύναμιν, καὶ τὸν ἄνθρωπον ἐξαπέστειλαν εἰσ τὴν Κατάνην. (Diodorus Siculus, Library, book xiii, chapter 6 4:1)

    (디오도로스 시켈로스, Library, book xiii, chapter 6 4:1)

  • παραπλησίωσ δὲ καὶ τοῖσ Καταναίοισ χρησάμενοσ ἐλαφυροπώλησε τοὺσ αἰχμαλώτουσ ἐν Συρακούσαισ. (Diodorus Siculus, Library, book xiv, chapter 13 24:1)

    (디오도로스 시켈로스, Library, book xiv, chapter 13 24:1)

유의어

  1. 살다

관련어

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION