Ancient Greek-English Dictionary Language

ἰατρικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἰατρικός

Structure: ἰατρικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: i)atro/s

Sense

  1. of or for a surgeon, surgery, medicine
  2. skilled in the medical art

Examples

  • ἀποκηρυχθείσ τισ ἰατρικὴν ἐξέμαθεν. (Lucian, Abdicatus, (no name)1)
  • ἐβουλόμην μὲν οὖν τὴν ἰατρικὴν καὶ τοιοῦτόν τι ἔχειν φάρμακον ὃ μὴ μόνον τοὺσ μεμηνότασ ἀλλὰ καὶ τοὺσ ἀδίκωσ ὀργιζομένουσ παύειν ἐδύνατο, ἵνα καὶ τοῦτο τοῦ πατρὸσ τὸ νόσημα ἰασαίμην. (Lucian, Abdicatus, (no name) 1:3)
  • λ ^ ι ^ Τί δέ, ἰατρικήν; (Lucian, De parasito sive artem esse parasiticam, (no name) 1:8)
  • ὁ λέγων λειχῆνοσ ἰατρικὴν εἶναι καὶ παρωνυχίασ, πλευρίτιδοσ δὲ καὶ πυρετοῦ καὶ φρενίτιδοσ μὴ εἶναι, τί διαφέρει τοῦ λέγοντοσ ὅτι τῶν μικρῶν καὶ παιδικῶν καθηκόντων εἰσὶ διδασκαλεῖα καὶ λόγοι καὶ ὑποθῆκαι, τῶν δὲ μεγάλων καὶ τελείων ἄλογοσ τριβὴ καὶ περίπτωσίσ ἐστιν; (Plutarch, An virtus doceri possit, section 32)
  • ὁ λέγων λειχῆνοσ ἰατρικὴν εἶναι καὶ παρωνυχίασ, πλευρίτιδοσ δὲ καὶ πυρετοῦ καὶ φρενίτιδοσ μὴ εἶναι, τί διαφέρει τοῦ λέγοντοσ ὅτι τῶν μικρῶν καὶ παιδικῶν καθηκόντων εἰσὶ διδασκαλεῖα καὶ λόγοι καὶ ὑποθῆκαι, τῶν δὲ μεγάλων καὶ τελείων ἄλογοσ τριβὴ καὶ περίπτωσίσ ἔστιν; (Plutarch, An virtus doceri possit, section 32)

Synonyms

  1. skilled in the medical art

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION