- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

γλυκύς?

1/3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: glykys 고전 발음: [뤼뀌] 신약 발음: [뤼뀌]

기본형: γλυκύς γλυκεῖα γλυκύ

형태분석: γλυκυ (어간) + ς (어미)

  1. 달콤한, 단
  1. sweet (taste)

곡용 정보

1/3군 변화
남성 여성 중성
단수주격 γλυκύς

달콤한 (이)가

γλυκεῖα

달콤한 (이)가

γλυκύ

달콤한 (것)가

속격 γλυκέος

달콤한 (이)의

γλυκείας

달콤한 (이)의

γλυκέος

달콤한 (것)의

여격 γλυκεί

달콤한 (이)에게

γλυκείᾳ

달콤한 (이)에게

γλυκεί

달콤한 (것)에게

대격 γλυκύν

달콤한 (이)를

γλυκεῖαν

달콤한 (이)를

γλυκύ

달콤한 (것)를

호격 γλυκύ

달콤한 (이)야

γλυκεῖα

달콤한 (이)야

γλυκύ

달콤한 (것)야

쌍수주/대/호 γλυκέε

달콤한 (이)들이

γλυκεία

달콤한 (이)들이

γλυκέε

달콤한 (것)들이

속/여 γλυκέοιν

달콤한 (이)들의

γλυκείαιν

달콤한 (이)들의

γλυκέοιν

달콤한 (것)들의

복수주격 γλυκείς

달콤한 (이)들이

γλυκείαι

달콤한 (이)들이

γλυκή

달콤한 (것)들이

속격 γλυκέων

달콤한 (이)들의

γλυκειῶν

달콤한 (이)들의

γλυκέων

달콤한 (것)들의

여격 γλυκέσι(ν)

달콤한 (이)들에게

γλυκείαις

달콤한 (이)들에게

γλυκέσι(ν)

달콤한 (것)들에게

대격 γλυκείς

달콤한 (이)들을

γλυκείας

달콤한 (이)들을

γλυκή

달콤한 (것)들을

호격 γλυκείς

달콤한 (이)들아

γλυκείαι

달콤한 (이)들아

γλυκή

달콤한 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 γλυκύς

γλυκέος

달콤한 (이)의

γλυκύτερος

γλυκυτέρου

더 달콤한 (이)의

γλυκύτατος

γλυκυτάτου

가장 달콤한 (이)의

부사 γλυκέως

γλυκύτερον

γλυκύτατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ εἶπεν αὐτοῖς. τί βρωτὸν ἐξῆλθεν ἐκ βιβρώσκοντος καὶ ἀπὸ ἰσχυροῦ γλυκύ; καὶ οὐκ ἠδύναντο ἀπαγγεῖλαι τὸ πρόβλημα ἐπί τρεῖς ἡμέρας. (Septuagint, Liber Iudicum 14:14)

    (70인역 성경, 판관기 14:14)

  • καὶ εἶπαν αὐτῷ οἱ ἄνδρες τῆς πόλεως ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ πρὸ τοῦ ἀνατεῖλαι τὸν ἥλιον. τί γλυκύτερον μέλιτος, καὶ τί ἰσχυρότερον λέοντος; καὶ εἶπεν αὐτοῖς Σαμψών. εἰ μὴ ἠροτριάσατε ἐν τῇ δαμάλει μου, οὐκ ἂν ἔγνωτε τὸ πρόβλημά μου. (Septuagint, Liber Iudicum 14:18)

    (70인역 성경, 판관기 14:18)

  • ἐπιθυμητὰ ὑπὲρ χρυσίον καὶ λίθον τίμιον πολὺν καὶ γλυκύτερα ὑπὲρ μέλι καὶ κηρίον. (Septuagint, Liber Psalmorum 18:11)

    (70인역 성경, 시편 18:11)

  • γλυκὺς ὕπνος τοῦ δούλου εἰ ὀλίγον καὶ εἰ πολὺ φάγεται. καὶ τῷ ἐμπλησθέντι τοῦ πλουτῆσαι οὐκ ἔστιν ἀφίων αὐτὸν τοῦ ὑπνῶσαι. (Septuagint, Liber Ecclesiastes 5:11)

    (70인역 성경, 코헬렛 5:11)

  • καὶ γλυκὺ τὸ φῶς καὶ ἀγαθὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς τοῦ βλέπειν σὺν τὸν ἥλιον. (Septuagint, Liber Ecclesiastes 11:7)

    (70인역 성경, 코헬렛 11:7)

  • ὡς μῆλον ἐν τοῖς ξύλοις τοῦ δρυμοῦ, οὕτως ἀδελφιδός μου ἀνὰ μέσον τῶν υἱῶν. ἐν τῇ σκιᾷ αὐτοῦ ἐπεθύμησα καὶ ἐκάθισα, καὶ καρπὸς αὐτοῦ γλυκὺς ἐν λάρυγγί μου. (Septuagint, Canticum Canticorum 2:3)

    (70인역 성경, 아가 2:3)

  • Λάρυγξ γλυκὺς πληθυνεῖ φίλους αὐτοῦ, καὶ γλῶσσα εὔλαλος πληθυνεῖ εὐπροσήγορα. (Septuagint, Liber Sirach 6:5)

    (70인역 성경, Liber Sirach 6:5)

  • ταῦτ οὐ πλακοῦς δῆτ ἐστὶν ἀνθρώποις γλυκύς· (Aristophanes, Acharnians, Episode 1:36)

    (아리스토파네스, Acharnians, Episode 1:36)

  • ὁ δὲ σκάρος ἁπαλόσαρκος , ψαθυρός, γλυκύς, κοῦφος, εὔπεπτος, εὐανάδοτος, εὐκοίλιος. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 51 3:3)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 8, book 8, chapter 51 3:3)

유의어

  1. 달콤한

관련어

명사

형용사

동사

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION