헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

γεωμετρικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: γεωμετρικός

형태분석: γεωμετρικ (어간) + ος (어미)

어원: from gewme/trhs

  1. of or for geometry, geometrical, geometry
  2. skilled in geometry, a geometrician

곡용 정보

1/2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καίτοι λέγουσιν οἱ γεωμετρικοὶ μήτε ὄρουσ ὕψοσ μήτε βάθοσ θαλάττησ ὑπερβάλλειν δέκα σταδίουσ. (Plutarch, Aemilius Paulus, chapter 15 7:1)

    (플루타르코스, Aemilius Paulus, chapter 15 7:1)

  • σημεῖον δ’ ἐστὶ τοῦ εἰρημένου καὶ διότι γεωμετρικοὶ μὲν νέοι καὶ μαθηματικοὶ γίνονται καὶ σοφοὶ τὰ τοιαῦτα, φρόνιμοσ δ’ οὐ δοκεῖ γίνεσθαι. (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 6 61:2)

    (아리스토텔레스, 니코마코스 윤리학, Book 6 61:2)

  • μᾶλλον γὰρ ἕκαστα κρίνουσι καὶ ἐξακριβοῦσιν οἱ μεθ’ ἡδονῆσ ἐνεργοῦντεσ, οἱο͂ν γεωμετρικοὶ γίνονται οἱ χαίροντεσ τῷ γεωμετρεῖν, καὶ κατανοοῦσιν ἕκαστα μᾶλλον, ὁμοίωσ δὲ καὶ οἱ φιλόμουσοι καὶ φιλοικοδόμοι καὶ τῶν ἄλλων ἕκαστοι ἐπιδιδόασιν εἰσ τὸ οἰκεῖον ἔργον χαίροντεσ αὐτῷ· (Aristotle, Nicomachean Ethics, Book 10 55:3)

    (아리스토텔레스, 니코마코스 윤리학, Book 10 55:3)

관련어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION