- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εὐχαριστία?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: eucharistiā 고전 발음: [카리띠아:] 신약 발음: [카리띠아]

기본형: εὐχαριστία εὐχαριστίας

형태분석: εὐχαριστι (어간) + α (어미)

어원: from εὐχάριστος

  1. 감사, 사랑, 책임
  1. thanks, gratitude
  2. giving of thanks
  3. Eucharist
  4. gracefulness

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 εὐχαριστία

감사가

εὐχαριστία

감사들이

εὐχαριστίαι

감사들이

속격 εὐχαριστίας

감사의

εὐχαριστίαιν

감사들의

εὐχαριστιῶν

감사들의

여격 εὐχαριστίᾳ

감사에게

εὐχαριστίαιν

감사들에게

εὐχαριστίαις

감사들에게

대격 εὐχαριστίαν

감사를

εὐχαριστία

감사들을

εὐχαριστίας

감사들을

호격 εὐχαριστία

감사야

εὐχαριστία

감사들아

εὐχαριστίαι

감사들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἥ τε πρὸς τοὺς γονέας εὐχαριστία καὶ ἡ πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς εὐποιία πρός τε τοὺς οἰκέτας ἡμερότης, ὡς δῆλον κἀκ τῶν διαθηκῶν αὐτοῦ καὶ ὅτι αὐτοὶ συνεφιλοσόφουν αὐτῷ, ὧν ἦν ἐνδοξότατος ὁ προειρημένος Μῦς: (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, I, EPIKOUROS 10:1)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, I, EPIKOUROS 10:1)

  • ἐπεὶ ἐὰν εὐλογῇς [ἐν] πνεύματι, ὁ ἀναπληρῶν τὸν τόπον τοῦ ἰδιώτου πῶς ἐρεῖ τό Ἀμήν ἐπὶ τῇ σῇ εὐχαριστίᾳ· (PROS KORINQIOUS A, chapter 8 182:1)

    (PROS KORINQIOUS A, chapter 8 182:1)

  • καθὼς πρέπει ἁγίοις, καὶ αἰσχρότης καὶ μωρολογία ἢ εὐτραπελία, ἃ οὐκ ἀνῆκεν, ἀλλὰ μᾶλλον εὐχαριστία. (PROS EFESIOUS, chapter 1 116:1)

    (PROS EFESIOUS, chapter 1 116:1)

  • ἐρριζωμένοι καὶ ἐποικοδομούμενοι ἐν αὐτῷ καὶ βεβαιούμενοι τῇ πίστει καθὼς ἐδιδάχθητε, περισσεύοντες [ἐν αὐτῇ] ἐν εὐχαριστίᾳ. (PROS KOLASSAEIS, chapter 1 41:1)

    (PROS KOLASSAEIS, chapter 1 41:1)

  • "ἡ εὐλογία καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ σοφία καὶ ἡ εὐχαριστία καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ ἰσχὺς τῷ θεῷ ἡμῶν εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων [: (APOKALUYIS IWANOU, chapter 7 13:2)

    (APOKALUYIS IWANOU, chapter 7 13:2)

유의어

  1. 감사

  2. Eucharist

  3. gracefulness

관련어

명사

형용사

동사

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION