ἐπιφθέγγομαι
비축약 동사;
이상동사
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ἐπιφθέγγομαι
ἐπιφθέγξομαι
형태분석:
ἐπι
(접두사)
+
φθέγγ
(어간)
+
ομαι
(인칭어미)
뜻
- 발음하다, 말하다, 발언하다
- to utter after or in accordance
- to utter, pronounce
- to call to
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- καί που καὶ μειράκια ὡραῖα διακονούμενα καὶ ἠρέμα προσμειδιῶντα γλαφυρωτέραν ὑπογράφει σοι τὴν μέλλουσαν διατριβήν, ὥστε συνεχῶσ τὸ Ὁμηρικὸν ἐκεῖνο ἐπιφθέγγεσθαι, οὐ νέμεσισ Τρῶασ καὶ ἐϋκνήμιδασ Ἀχαιοὺσ πολλὰ πονεῖν καὶ ὑπομένειν ὑπὲρ τῆσ τοσαύτησ . (Lucian, De mercede, (no name) 16:4)
(루키아노스, De mercede, (no name) 16:4)
- τὰσ δ’ ἀλεκτορίδασ ἐν τοῖσ ὄμμασι καθ’ ἡμέραν ἔχομεν, ὃν τρόπον τὰ νεόττια περιέπουσι, τοῖσ μὲν ἐνδῦναι χαλῶσαι τὰσ πτέρυγασ, τὰ δ’ ἐπιβαίνοντα τῶν νώτων καὶ προστρέχοντα πανταχόθεν ἀναδεχόμεναι μετὰ τοῦ γεγηθόσ τι καὶ προσφιλὲσ ἐπιφθέγγεσθαι· (Plutarch, De amore prolis, section 2 6:1)
(플루타르코스, De amore prolis, section 2 6:1)
- τὰσ δ’ ἀλεκτορίδασ ἐν τοῖσ ὄμμασι καθ’ ἡμέραν ἔχομεν, ὃν τρόπον τὰ νεόττια περιέπουσι, τοῖσ μὲν ἐνδῦναι χαλῶσαι τὰσ πτέρυγασ, τὰ δ’ ἐπιβαίνοντα τῶν νώτων καὶ προσέρποντα πανταχόθεν ἀναδεχόμεναι μετὰ τοῦ γεγηθόσ τι καὶ προσφιλὲσ ἐπιφθέγγεσθαι· (Plutarch, De amore prolis, section 2 20:1)
(플루타르코스, De amore prolis, section 2 20:1)
- ἡμεῖσ δὲ παρ’ ὅλην τὴν ἱστορίαν εἰωθότεσ τῶν ἀγαθῶν ἀνδρῶν διὰ τῶν ἐπιλεγομένων ἐπαίνων αὔξειν τὴν δόξαν, τοῖσ δὲ φαύλοισ ἐπὶ τῆσ τελευτῆσ ἐπιφθέγγεσθαι τὰσ ἁρμοζούσασ βλασφημίασ, οὐκ ἐάσομεν τὴν Παυσανίου κακίαν καὶ προδοσίαν ἀκατηγόρητον. (Diodorus Siculus, Library, book xi, chapter 46 2:1)
(디오도로스 시켈로스, Library, book xi, chapter 46 2:1)
- ᾗ καὶ τοιαύτασ ᾤοντο δεῖν ἐν τοῖσ ὑπομνήμασιν ὑπάρχειν ἐμφάσεισ οἱ πρὸ ἡμῶν ὥσθ’, ὅτε μὲν ὑπὲρ πολιτικῶν ὁ λόγοσ εἰή πραγμάτων, ἐπιφθέγγεσθαι διότι κατ’ ἀνάγκην ὁ γράφων πεπολίτευται καὶ πεῖραν ἔσχηκε τῶν ἐν τούτῳ τῷ μέρει συμβαινόντων, ὅτε δὲ περὶ πολεμικῶν, ὅτι πάλιν ἐστράτευκε καὶ κεκινδύνευκε, καὶ μὴν ὅτε περὶ βιωτικῶν, ὅτι τέτραφε τέκνα καὶ μετὰ γυναικὸσ ἔζηκε. (Polybius, Histories, book 12, chapter 25h 5:1)
(폴리비오스, Histories, book 12, chapter 25h 5:1)
유의어
-
발음하다
-
to call to
- ἐγκαλέω (불러오다, 불러들이다)
- εἰσάγω (불러오다, 불러들이다)
- εἰσκαλέω (불러오다, 불러들이다)
- ἐκκαλέω (있다, 부르다, 있으시다)
- ἐνέπω (부르다, 소환하다)
- μετακαλέω (불러오다, 불러들이다)
- προσεννέπω (부르다, 소환하다)
- ἀνακαλέω (부르다, 소환하다)
- ἀυτέω (to call to)
- ἀναβοάω (부르다)
- βοάω (부르다)
- αὔω (투입하다, 소환하다)
- ἐπικέλομαι (투입하다, 소환하다)
- ἐκκαλέω (to call out to oneself)
- προσβοάομαι (불러오다, 불러들이다)
- προκαλέω (to call up or forth)
- θεοκλυτέω (to call on the gods)
- ἀνακαλέω (to call again and again)
- λέγω (부르다, 소환하다, 불러내다)
- προσαγορεύω (부르다, 소환하다, 불러내다)
- προσφθέγγομαι (부르다, 소환하다, 불러내다)
- προσφωνέω (호명하다, 부르다)
- προσερέω (to call or name)
- κλῄζω (부르다, 소환하다, 이름을 부르다)
- ἐξονομάζω (호명하다, 부르다)
- κέλομαι (부르다, 소환하다, 불러내다)
- ἐπιλέγω (호명하다, 부르다)
- φωνέω (부르다, 이름 부르다, 불러내다)
- λέγω (이야기하다)
- ἀνακαλέω (to call up the dead)
- βοάω (부르다, 소환하다)
- κέλομαι (부르다, 소환하다, 불러내다)
- βωστρέω (부르다)
- ἀναφθέγγομαι (to call out aloud)
- ἐπικαλέω (to call in as witness)
- ἐπιφωνέω (to call out or address to)
- μαρτύρομαι (부르다, 소환하다, 불러내다)
- ἀνακαλέω (부르다)
- συμβοάω (부르다)
- προσκαλέω (소환하다, 부르다, 불러내다)
- κικλήσκω (부르다, 소환하다, 불러내다)
- προσκαλέω (부르다)