- Greek-English Dictionary

Ancient Greek-English Dictionary Language

ἐπέραστος?

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration: eperastos

Principal Part: ἐπέραστος ἐπέραστον

Structure: ἐπεραστ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: ἐράω

Sense

  1. lovely, amiable

Examples

  • ἔφερε δὲ ὁ ἐπέραστος ἐν ταῖς ἀγκάλαις ἀθυρμάτιον ἄρκτου σκύλακα τὸ λάσιον αὐτῷ προσεοικότα. (Lucian, Dialogi Marini, doris and galataea, chapter 51)
  • Ἀλλ᾿ ἐραστὴς μὲν οὐδεὶς ἔστι μοι οὐδὲ σεμνύνομαι ἐπέραστος εἶναι: (Lucian, Dialogi Marini, doris and galataea, chapter 54)
  • οὐκέτι τὰ κέρατα οὐδὲ οὐρὰ καὶ δίχηλα τὰ σκέλη, ἀλλ᾿ ἐπέραστος κόρη. (Lucian, Dialogi Marini, notus and zephuros, chapter 210)
  • πάνυ καὶ τοῦτο γλαφυρόν, ὦ Λυκῖνε, καὶ ἐπέραστον ὁμώνυμος γάρ ἐστιν τῇ τοῦ Ἀβραδάτα ἐκείνῃ τῇ καλῇ: (Lucian, Imagines, (no name) 10:7)
  • ἔνδον δὲ ὁ Πλοῦτος αὐτὸς καθήσθω χρυσοῦς ὅλος, ὡς δοκεῖ, πάνυ εὔμορφος καὶ ἐπέραστος. (Lucian, De mercede, (no name) 42:4)
  • εἰ δ᾿ ἐθέλεις ἐπέραστος εἶναι, μὴ ἐπίσειε τὴν αἰγίδα μηδὲ τὸν κεραυνὸν φέρε, ἀλλ᾿ ὡς ἥδιστον ποίει σεαυτὸν ἑκατέρωθεν καθειμένος βοστρύχους, τῇ μίτρᾳ τούτους ἀνειλημμένος, πορφυρίδα ἔχε, ὑποδέου χρυσίδας, ὑπ᾿ αὐλῷ καὶ τυμπάνοις εὔρυθμα βαῖνε, καὶ ὄψει ὅτι πλείους ἀκολουθήσουσί σοι τῶν Διονύσου Μαινάδων. (Lucian, Dialogi deorum, 3:5)

Synonyms

  1. lovely

Related

명사

형용사

동사

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION