ἐντολή?
1군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사: entolē
고전 발음: [엔똘레:]
신약 발음: [앤똘레]
기본형:
ἐντολή
ἐντολῆς
형태분석:
ἐντολ
(어간)
+
η
(어미)
뜻
- 명령, 지시, 칙령, 지휘
- 조례, 법령, 결정
- injunction, order, command
- commandment, ordinance
곡용 정보
1군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- Αὗταί εἰσιν αἱ ἐντολαί, ἃς ἐνετείλατο Κύριος τῷ Μωυσῇ πρὸς τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ ἐν τῷ ὄρει Σινά. (Septuagint, Liber Leviticus 27:34)
(70인역 성경, 레위기 27:34)
- Αὗται αἱ ἐντολαὶ καὶ τὰ δικαιώματα καὶ τὰ κρίματα, ἃ ἐνετείλατο Κύριος ἐν χειρὶ Μωυσῆ ἐπὶ δυσμῶν Μωὰβ ἐπὶ τοῦ Ἰορδάνου κατὰ Ἱεριχώ. (Septuagint, Liber Numeri 36:13)
(70인역 성경, 민수기 36:13)
- ΚΑΙ αὗται αἱ ἐντολαὶ καὶ τὰ δικαιώματα καὶ τὰ κρίματα, ὅσα ἐνετείλατο Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν διδάξαι ὑμᾶς ποιεῖν οὕτως ἐν τῇ γῇ, εἰς ἣν ὑμεῖς εἰσπορεύεσθε ἐκεῖ κληρονομῆσαι αὐτήν, (Septuagint, Liber Deuteronomii 6:1)
(70인역 성경, 신명기 6:1)
- καὶ ἔστησε κατὰ τὴν κρίσιν Δαυὶδ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ τὰς διαιρέσεις τῶν ἱερέων, κατὰ τὰς λειτουργίας αὐτῶν, καὶ οἱ Λευῖται ἐπὶ τὰς φυλακὰς αὐτῶν τοῦ αἰνεῖν καὶ λειτουργεῖν κατέναντι τῶν ἱερέων κατὰ τὸν λόγον ἡμέρας ἐν τῇ ἡμέρᾳ, καὶ οἱ πυλωροὶ κατὰ τὰς διαιρέσεις αὐτῶν εἰς πύλην καὶ πύλην, ὅτι οὕτως ἐντολαὶ Δαυὶδ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ. (Septuagint, Liber II Paralipomenon 8:14)
(70인역 성경, 역대기 하권 8:14)
- καὶ ἐφύλαξαν φυλακὰς Θεοῦ αὐτῶν καὶ φυλακὰς τοῦ καθαρισμοῦ καὶ τοὺς ᾄδοντας καὶ τοὺς πυλωρούς, ὡς ἐντολαὶ Δαυὶδ καὶ Σαλωμὼν υἱοῦ αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Nehemiae 12:41)
(70인역 성경, 느헤미야기 12:41)
유의어
-
명령
- ἐπίταγμα (명령, 지시, 칙령)
- ἐπίταξις (명령, 지시, 칙령)
- κελευσμός (명령, 지시, 칙령)
- ἐπιστολή (명령, 지시, 칙령)
- ἐπίσκηψις (명령, 지시)
- παράγγελμα (명령, 지시, 칙령)
- παραγγελία (요금, 혐의, 담당)
-
조례
- πρόσταξις (명령, 지시, 조례)
- πρόσταγμα (명령, 지시, 조례)
- διαταγή (조례, 법령)
- ἁρμόστωρ (지휘관, 사령관)
- πεντακοσιάρχης (지휘관, 사령관)
- ἡγητήρ (지휘관, 사령관)
- ἥγησις (명령, 지시)
- ἐπιτακτήρ (지휘관, 사령관)
- ἐφέτης (지휘관, 사령관)
- διάταξις (명령, 지시)
- διλοχίτης ( a commander of a δῐλοχίᾱ )
- νομοθέτημα (법, 법률, 조례)
- νομός (법, 법률, 조례)